Quantcast

Οι Take That κι Εγώ

The Times They Are A-Changing

breed

24 Ιανουαρίου 2013

Τη Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου του 1996 ήμουν πρωινός και είχα εφτάωρο στο σχολείο. Ήταν μία μάλλον τυπική μέρα, πιθανότατα σπίτι να φάγαμε ό,τι περίσσεψε από το κυριακάτικο (και εξ’ορισμού πιο πλούσιο) γεύμα και υποθέτω ότι μετά το φαγητό και αφού χάζεψα λίγο στην τηλεόραση θα έκατσα να διαβάσω για τα αγγλικά που είχα το απόγευμα. Το βράδυ συνέβη αυτό:
 

 
Οι Take That τότε ήταν Σημαντικό Ζήτημα. Ήταν το σημαντικότερο boy band σε μια εποχή που τα boy bands ήταν ένα στ’αλήθεια Σημαντικό Ζήτημα, ήταν παντού, δεν μπορούσες να τα αποφύγεις, συνέχεια εκεί να εκλιπαρούν για αγάπη και κατανόηση και βέβαια αφορμές να βγάλουν τις μπλούζες τους. Οι Άγγλοι τα είχαν καταφέρει ξανά.
 

 
Το δίπολο σε γενικές γραμμές ήταν “East-17 ή Take That” και υπήρχαν σαφή και ξεκάθαρα όρια ανάμεσά τους. Οι μεν ήταν παιδιά του πεζοδρομίου, ανατρεπτικοί, ξύριζαν τα κεφάλια τους, φορούσαν τα καπέλα τους ανάποδα, έφτυναν ρίμες προσεκτικά τοποθετημένες πριν και μετά από ευαίσθητα ρεφραίν, αγόραζες παρεξηγημένα αλητάκια, ήταν 4 και έμοιαζαν στον Ντύλαν. Οι δε ήταν καθωσπρέπει, πιο μελωδικοί, πιο πλούσιοι, πιο ξανθοί, αγόραζες ομορφόπαιδα της διπλανής πόρτας που θα ήθελες να έχεις, ήταν 5 και έμοιαζαν στον Μπράντον.
 

 
Περιττό να αναφέρω ότι οι Take That ήταν και οι νικητές σε αυτή τη σκληρή μάχη, το επιβεβαίωσε εξάλλου η παρουσία τους πολλά χρόνια μετά στην τελετή λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου. Αλλά εδώ που τα λέμε, ήταν προφανές ότι αυτοί θα κέρδιζαν. Βλέπεις, είχαν πίσω τους μεγαλύτερες δισκογραφικές οι οποίες με τη σειρά τους είχαν και πιο εύκολη δουλειά να κάνουν στον τομέα του marketing αφού για κάθε φωτογράφιση που τόνιζε την εικόνα τους ως “καλά παιδιά”, ερχόταν και μια καινούρια ιστορία για το μπλέξιμο με τα ναρκωτικά του Robbie Williams να προσθέσει ποικιλία στο εμπορικό πλασάρισμά τους. Για να είμαστε και δίκαιοι, είχαν και τον Gary Barlow να γράφει ο ίδιος τα κομμάτια τους σε αντίθεση με τις στρατιές τρίτων εξωτερικών συνθετών που χρησιμοποιούσε η πλειονότητα των boy bands και αυτό το ψήγμα αυθεντικότητας ήταν μάλλον αρκετό για να τους δώσει το προβάδισμα.
 

 
Την Τρίτη 13 Φεβρουαρίου του 1996 ήμουν φυσικά πάλι πρωινός και είχα εξάωρο στο σχολείο και γερμανικά το βράδυ αλλά τίποτε δεν πήγε σύμφωνα με το πρόγραμμα. Η αυλή του σχολείου πριν την προσευχή ήταν γεμάτη κορίτσια που έκλαιγαν όπως μάλλον δεν είχαν κλάψει ποτέ και όσο πιθανότατα δεν έκλαψαν ξανά. Ουσιαστικά δεν κάναμε ούτε μισή ώρα μάθημα αφού κανένας καθηγητής δεν είχε όρεξη για να εξετάσει μια τάξη με τόσο κόσμο σε μια τουλάχιστον περίεργη κατάσταση ενώ λίγες μέρες αργότερα γράψαμε και έκθεση με θέμα “Τα πρότυπα που μας προβάλλονται και πως πρέπει να τα διαχειριστούμε για να οικοδομήσουμε ένα καλύτερο αύριο”, ή κάτι τέτοιο πασοκικό.
 

 
Οι Take That επανασυνδέθηκαν το 2005, έκαναν παγκόσμιες τουρνέ, έβγαλαν δίσκους (ένας ακόμα διαβάζω θα έρθει αργότερα φέτος), ο Robbie Williams ίσως συνεχίσει παράλληλα την αρκετά επιτυχημένη σόλο καριέρα του, ο Barlow πήρε τη θέση του Simon Cowell στο X Factor, κανένας ποτέ δε θα θυμηθεί από μόνος του τα ονόματα των άλλων τριών μελών-κομπάρσων και ο κόσμος θα συνεχίσει να υπάρχει, υπέροχος και μεγαλοπρεπής και λαμπερός.
 

 
Τη χρονιά που μας πέρασε, πέθαναν ο Adam Yauch και η Whitney Houston, ανάμεσα σε άλλους. Δεν ανακοίνωσαν επίσημα ότι αποσύρονται από τη σκηνή για να ασχοληθούν με κάτι άλλο, δεν βγήκαν στην Όπρα για να μοιραστούν με τον κόσμο ότι η μουσική πλέον δεν μπορούσε να τους προσφέρει κάτι, δεν αποσύρθηκαν στην ύπαιθρο προς αναζήτηση άλλου τρόπου ζωής αλλά πέθαναν, έφυγαν από τη ζωή, αντίο, καπούτ, τέλος. Η παγκόσμια κοινότητα αντέδρασε συλλογικά σε αυτό με χιλιάδες “RIP” στο twitter, εκατομμύρια likes και θαυμαστικά και sad faces στο facebook τις πρώτες δυο-τρεις μέρες και μέχρι λίγους μήνες μετά όταν θα άρχιζε να διαβάζει σε ανασκοπήσεις του 2012 τα γνωστά κείμενα για “όσους μας άφησαν”, τους είχε ήδη ξεχάσει.
 

 
Γιατί αυτοί είμαστε πλέον. Έχουμε δέκα φορές περισσότερα κανάλια στην τηλεόρασή μας, έχουμε απεριόριστο χρόνο ομιλίας στο τηλέφωνό μας, έχουμε γρήγορο internet. Ακούμε και βλέπουμε συνέχεια πράγματα να συμβαίνουν, θάνατοι, σεισμοί, τελετές, χαρές και πανηγύρια, το ένα αμέσως μετά το άλλο, πάνω στο άλλο, σε τέτοιο βαθμό που απλά προχωρούμε χωρίς να καταλαβαίνουμε τι ακριβώς συνέβη, γιατί συνέβη και πως μας επηρεάζει, το μασουλάμε και το φτύνουμε για να βρει χώρο το επόμενο νέο. Μου φαίνεται απίθανο ότι θα μπορούσε κάποιος 15χρονος να παρατηρήσει μια ανάλογη εικόνα στην αυλή του σχολείου του πλέον. Δεν είναι κακό, είναι σίγουρα διαφορετικό.
 

Best of internet