Quantcast

“Django Unchained”/«Τζάνγκο, Ο Τιμωρός»

Μπότες, σπιρούνια και καυτές σέλες δια χειρός Quentin Tarantino.

El Duderino

18 Ιανουαρίου 2013

“D’Artagnan, motherfuckers” – Django

 

Στην προ-εμφυλιοπολεμική Αμερική κάπου στο βαθύ Νότο ο άρτι απελευθερωμένος σκλάβος Django (Jamie Foxx) γίνεται βοηθός του, Dr. King Schultz (Christoph Waltz), ενός οδοντιάτρου, που έχει πέντε χρόνια να εξασκήσει το λειτούργημα του, καθώς τριγυρνάει κυνηγώντας επικηρυγμένους εγκληματίες. Το απαύγασμα της συνεργασίας τους θα είναι η σωτηρία της γυναίκας του Django, Broomhilda von Shaft* (Kerry Washington) από τον σκληρό ιδιοκτήτη φυτείας, Calvin J. Candie (Leonardo DiCaprio).

Το καινούργιο πόνημα του Quentin Tarantino ασχολείται με το φρικτό παρελθόν της Αμερικής πάνω στο ζήτημα της δουλείας και πραγματικά σε μερικές σκηνές θα αισθανθείς το στομάχι σου να δένεται κόμπος και να αισθάνεσαι οργή με ότι διαδραματίζεται επί οθόνης, όχι λόγω της γραφικής βίας, που σ’ αυτό το φιλμ του Tarantino έχει φτάσει στα όρια της καρικατούρας (εκτός από τη σκηνή της πάλης μεταξύ δύο σκλάβων, όπου όλη η αίθουσα σώπασε για δέκα λεπτά και κόπηκε η όρεξη για αστειάκια), αλλά εξαιτίας της ανθρώπινης φύσης.

To “Django Unchained” μοιάζει σαν ένα άτυπο sequel – prequel ίσως αν λογίσεις την εποχή που εξελίσσεται – του “Inglourious Basterds, καθώς και στα δύο ο κοινωνικός σχολιασμός του Tarantino φορά το μανδύα του homage σ’ ένα κινηματογραφικό είδος· εδώ στο spaghetti western (έχει κατακλέψει/αποτίνει φόρο τιμής στο Sergio Corbucci, του οποίου «δανείζεται» σκηνές από το “The Great Silence” και τίτλο/χαρακτήρα από το “Django”, ενώ ο τότε Django, Franco Nero, έχει εδώ μια ολιγόλεπτη, χαρακτηριστική συμμετοχή), και οι ιστορικές αλήθειες μπασταρδεύονται (άδωξα φέτος, ένδοξα πριν από τρία χρόνια) με κινηματογραφική μυθοπλασία (με την μάζωξη πριν την επιδρομή των υποτιθέμενων προγόνων της Κου-Κλουξ-Κλαν, βέβαια, να αποτελεί την κωμική σκηνή της χρονιάς).

Ένα sequel, δυστυχώς, όμως όχι και τόσο πετυχημένο, μιας και το σενάριο είναι τραβηγμένο από τα μαλλιά, με μια τρομερά απλοϊκή πλοκή και εξέλιξη, ενώ και η σπιρτάδα των διαλόγων – σήμα κατατεθέν του δημιουργού του – έχουν πάει περίπατο μαζί με τη λατρευτή του δομική εφευρετικότητα. Που είναι οι μέρες που μας έκανε – σε συνεργασία με τον Roger Avary για να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους – να επιδεικνύουμε γνήσιο και ζωηρό ενδιαφέρον για τα πιο ανούσια ζητήματα, όπως το αν το “Like A Virgin” μιλάει για το ξεπαρθένεμα κάποιας κοπελίτσας και για το πως λειτουργούν τα McDonalds στην Ευρώπη;

Σκηνοθετικά ο Quentin βρίσκεται σε μεγάλα κέφια. Ταινία με την ταινία εξελίσσεται τρομερά και από το πρώτο μέρος του “Kill Bill” και μετά κινείται σε υψηλά στάνταρντ. Πλανοθεσία και καδραρίσματα όλα άψογα, όπως και ο γενικότερος, στιλιστικά τολμηρός, σχεδιασμός της παραγωγής, αλλά κάτι πρέπει να κάνει πλέον με την υπερβολική χρήση μουσικής – το ξέρουμε πως είναι εξπέρ στο ξεθάψιμο τραγουδιών, αλλά στην επόμενη ταινία του είναι ικανός να βάζει soundtrack ακόμα και την ώρα που κάποιος θα αφοδεύει.

Αποτέλεσμα διφορούμενο. Από τη μία ένοχα απολαυστικό, ασύστολα ανεύθυνο, μα και ηθικά στιβαρό. Από την άλλη αδικαιολόγητα μεγάλο σε έκταση (κάπου εδώ φαίνεται το κενό της εκλιπόντος Sally Menke – μοντέρ και μόνιμη συνεργάτης του Q.T.), με ένα εντελώς ασυνάρτητο τρίτο μέρος – ένα λουτρό αίματος για γέλια, που ενώ προετοιμαζόταν ευλαβικά και μεθοδικά σ’ όλο τη δεύτερη ώρα, εν τέλει έκανε το anime-ίστικο “Kill Bill, Volume 1” να μοιάζει με το “Saving Private Ryan” σε αληθοφάνεια, ενώ τη μουσική hip hop υπόκρουση ούτε 15χρονος πιτσιρικός δε θα την επέλεγε.

Ερμηνευτικά μιλάμε για μια μονομαχία ανάμεσα στους Waltz και DiCaprio. Στήνουν δύο από τους πιο ενδιαφέροντες χαρακτήρες των τελευταίων ετών, καθώς και οι δύο κινούνται σε ηθικά γκρι αποχρώσεις, με τον δεύτερο όμως να είναι ανισόρροπος και φαύλος, παίζοντας για πρώτη φορά κόντρα ρόλο, κάτι που επιτυγχάνει ιδιαίτερα άνετα (γίνεται περισσότερο αντιληπτό από το γεγονός πως στη σκηνή όπου τεμαχίζει ένα κρανίο και ξαφνικά ματώνει, αυτό είναι πραγματικό αίμα, καθώς τραυματίστηκε κατά λάθος, αλλά συνέχισε να υποκρίνεται, παραδίδοντας μάλιστα μια από τις καλύτερες σκηνές της ταινίας). Ο Jamie Foxx σοφά μετρημένος, εκτός από τις καραγκιοζιλίκια λίγο πριν τους τίτλους τέλους, που γκρεμίζουν το χαρακτήρα που έχει χτίσει τα προηγούμενα 160 λεπτά. O Samuel Jackson απλά απολαυστικός, με ζηλευτό κωμικό timing και μια δουλική κακία να ξεπροβάλει σε κάθε βλέμμα του.

Χωρίς να κινείται στα δυσθεώρητα ύψη προηγούμενων ταινιών του, κάτι που και ο ίδιος ο Tarantino μάλλον ξέρει και γι’ αυτό κάνει δηλώσεις τύπου «μια κακή ταινία μπορεί να σου καταστρέψει τρεις καλές» και έχει συμπεριφορές όπως αυτή ΕΔΩ, δε θα περάσεις καθόλου άσχημα, αλλά για τούτο ‘δω τίποτα περισσότερο από…

3/5

 

*κάνε ένα κόπο να δώσεις βάση στο επίθετο της κυρίας Django και θυμήσου ότι ο Tarantino είναι μεγάλος λάτρης και των blaxploitation ταινιών του ’70 – το ‘πιασες μεγάλε, μεγάλε;

 

Πάρε το trailer της ταινίας:

 

Ο John Legend με το“Who Did That To You?” από το soundtrack της ταινίας:
http://www.youtube.com/watch?v=qCem6QhOexg

Best of internet