Quantcast

Το The Mandalorian τα έχει κάνει όλα αρκετά σωστά ώστε να ανυπομονούμε για την συνέχεια

Μια καλή φάση για όλον τον γαλαξία

Χρειάζεται μήπως να είσαι οπαδός που έχει ποτίσει με αίμα, δάκρυα κι ιδρώτα το πέταλο για να κατανοήσεις τον βαθιά ανθρώπινο χαρακτήρα που έχει το σύνθημα “όσο με πληγώνεις τόσο με πωρώνεις” άραγε; Όχι, ούτε καν. Είναι τόσο ανθρώπινο, κατανοητό και καθολικό ακριβώς επειδή μιλάει στην εμπειρία και το συναίσθημα με άμεσο τρόπο. Το αντικείμενο του πόθου και το αντικείμενο του πόνου είναι πάντα πολύ κοντά, ένα γράμμα διαφορά έχουν. Η επιθυμία κι απόλαυση είναι απλά μηχανιστικές και ξερές χωρίς την έλλειψη, την απώλεια και το ρίσκο. Αν δεν σε έχει πληγώσει ποτέ κάτι, τότε πώς είναι δυνατόν να το έχεις αγαπήσει πραγματικά; Τι λέμε εδώ, για το Star Wars είπαμε ε; ΟΚ, ναι, προχωράμε.

Λοιπόν, είναι αδύνατον να μην σε έχει πληγώσει το Star Wars. Από μια πλευρά, μου φαίνεται εξίσου αδύνατον να μην έχεις αγαπήσει το Star Wars, αλλά τέλος πάντων. Όπως και να ‘χει, όλη η Star Wars περιπέτεια που ξεκίνησε πριν από 42 χρόνια από τον George Lucas έχει καταφέρει με έναν τρόπο να συγκεντρώσει τα καλύτερα και τα χειρότερα πράγματα της pop κουλτούρα μαζί – την απόλυτη μαγεία και την απόλυτη απομάγευση μαζί. Απ’ την πρώτη φορά που είδα Star Wars στην τηλεόραση, έγινε για τον παιδικό μου εαυτό η πρώτη μορφή της επιθυμίας για μια άλλη ζωή σε έναν άλλο τόπο, μακριά από εδώ, σε άλλους γαλαξίες, με άλλες γλώσσες, άλλες μορφές ζωής, άλλες σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Ήταν δηλαδή η πρώτη φορά που άρχισε να σχηματοποιείται μέσα μου μια επιθυμία να ζήσουμε αλλιώς, αλλού, άλλοτε – να ξυπνήσεις ένα πρωί που δεν θα ανατέλλει ένας ήλιος, αλλά δύο μαζί. Μαζί μ’ αυτό, όμως, όσο μεγάλωνες καταλάβαινες πως πρόκειται επίσης για μια εκμετάλλευση αυτής της μαγείας με τους πιο κυνικούς επιχειρηματικούς όρους, με όλο και περισσότερα απαίσια πράγματα που παράγονται με ρυθμούς πολυβόλου για το κέρδος.

Το Star Wars είναι απ’ αυτά τα σημεία αναφοράς της pop κουλτούρας των τελευταίων 40 χρόνων που, ακόμα κι αν δεν υπήρχε, θα έπρεπε να εφευρεθεί. Δεν είναι μόνο η απλότητα και το μεγαλείο της πρώτης τριλογίας, που άλλοτε μοιάζει με πασάλειμμα όλων των προηγούμενων ηρωικών μυθολογιών και άλλοτε με πραγματικά καινοτόμο έργο τέχνης που συνοψίζει ό,τι προηγήθηκε και κοιτάζει μπροστά. Είναι επίσης πως πρόκειται για μια βιομηχανία από μόνη της, μια μεγα-μηχανή κέρδους, ένα franchise απλωμένο παντού – από τις κινηματογραφικές αίθουσες μέχρι τις videogame κονσόλες, κι απ’ τα καταστήματα παιδικών παιχνιδιών μέχρι τις κούπες στα ντουλάπια της κουζίνας. Και μετά το Star Wars ξαναγεννιέται. O George Lucas φεύγει, η Disney αναλαμβάνει, το The Force Awakens και το Rogue One ξεζουμίζουν το παρελθόν απλά και μόνο για το fan service (με άλλοτε καλό κι άλλοτε κακό αποτέλεσμα). Εμείς αγοράζουμε εισιτήρια, γιατί δε μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Το The Last Jedi είναι για πρώτη φορά μια απόπειρα για αληθινή ανανέωση. Το backlash είναι κακό, το Solo αποδεικνύεται μούφα, ο J.J. Abrams αναλαμβάνει να κλείσει τη νέα τριλογία.

Στο μεταξύ, ετοιμάζονται άλλα 465 projects, spinoffs, prequels και sequels στην μεγάλη και τη μικρή οθόνη, γιατί αυτή είναι η φάση πλέον. Μπορείς να νιώσεις ξανά τη μαγεία όταν κάτι έχει γίνει βιομηχανικό σε τέτοιο βαθμό; Κι όμως, ναι, μπορείς, κάπως. Χτες έκανε πρεμιέρα στην streaming πλατφόρμα της Disney το The Mandalorian, η πρώτη από τις live-action σειρές κινηματογραφικών προδιαγραφών που θα τοποθετούνται στο σύμπαν του Star Wars. Με ένα εξαιρετικό καστ και μια υπέροχα engaging ατμόσφαιρα, το πρώτο επεισόδιο κατάφερε με αρκετά απλά μέσα να κάνει πράγματα που δεν μπορούσαν να κάνουν ολόκληρες τριλογίες-υπερπαραγωγές σε επίπεδο αμεσότητας και αποτελεσματικότητας. Μια τέτοια αμεσότητα και αποτελεσματικότητα (κι όχι κάτι φαντασμαγορικό από το πρώτο λεπτό) είναι που χρειάζεται μια σειρά ώστε να γίνει, ας πούμε, το επόμενο Game of Thrones – δηλαδή μια σειρά που θα την βλέπουμε όλοι μαζί, βδομάδα-βδομάδα. Η σειρά του HBO ήταν ένα αληθινά παγκόσμιο τηλεοπτικό event στο οποίο συμμετείχε μαζικά η ανθρωπότητα που έχει πρόσβαση στα ψηφιακά αγαθά του καπιταλισμού, πιθανώς το τελευταίο event του είδους του, αλλά αν κάτι θα μπορούσε να πάρει την θέση του τότε ας είναι κάτι σαν το The Mandalorian.

Όσο περιμένουμε το δεύτερο επεισόδιο, λοιπόν, πάμε να δούμε τα 5 πράγματα που πέτυχε καλύτερα η πρεμιέρα στήνοντας τον κόσμο της σειράς.

Δεν το παρατράβηξε με την Star Wars μυθολογία

Ήταν το βασικότερο πράγμα που φοβόμουν ξεκινώντας να το βλέπω. Ότι η σύνδεση με τα πιο αναγνωρίσιμα στοιχεία της Star Wars μυθολογίας θα ήταν τόσο φορτική και πανταχού παρούσα που θα εφιστούσε συνεχώς την προσοχή πάνω της και θα εμπόδισε την απόλαυση της σειράς ως αυτοτελή αφήγηση. Τα σημεία επαφής υπάρχουν φυσικά (και τα easter eggs για τους πιο αφοσιωμένους είναι πολλά), αλλά η πρεμιέρα του The Mandalorian χειρίστηκε το lore του franchise με καλό τρόπο: περισσότερο σαν αναπόσπαστο στοιχείο της μαζικής κουλτούρας και του συλλογικού ασυνείδητου. Επίσης, ελπίζουμε να ανοιχτεί πραγματικά προς τον γαλαξία του Star Wars και να εξερευνήσει τελείως διαφορετικούς τόπους, αφού μεγάλο μέρος του franchise μοιάζει εμμονικά κολλημένο στο ίδιο μικρό κομμάτι αυτού του σύμπαντος.

Έφτιαξε μια αίσθηση μυστηρίου γύρω απ’ τον ήρωα

Τι το ιδιαίτερο είχε ο Boba Fett; Σαν χαρακτήρας, τίποτα. Η ανάπτυξή του είναι μηδενική, ο θάνατός του είναι άδοξος (και λίγο ηλίθιος), το origin story του στα prequels είναι ό,τι να ‘ναι. Κι όμως, είναι ένας από τους κατ’ εξοχήν cult ήρωες του Star Wars σύμπαντος γιατί είχε δύο σημαντικά πράγματα: μια γαμάτη στολή κι ένα αδιαπέραστο μυστήριο. Σε αντίθεση με το βασανιστικό υπερ-exposition των prequels, λοιπόν, το The Mandalorian επιλέγει για τον ανώνυμο χαρακτήρα του Pedro Pascal έναν δρόμο πιο μυστηριώδη, επικίνδυνο, μοναχικό και κουλ με την παραδοσιακή κινηματογραφική αντι-ηρωική έννοια, θυμίζοντας τον Man With no Name του Clint Eastwood, τον Samurai του Alain Delon, τον Driver του Ryan O’Neal ή τον Ghost Dog του Forest Whitaker.

Χειρίστηκε καλά το space western ύφος

Πράγμα πολύ σημαντικό, αν μας ρωτάτε, γιατί βρίσκουμε το space/sci-fi western ύφος ένα ύφος βαθιά αδικημένο και παραγνωρισμένο. Έχει αυτόν τον συνδυασμό pulp υφής, αγνού fun και πλούσιας εικονογραφίας που του δίνει τη δυνατότητα να παράξει υπέροχα πράγματα, ακόμα κι αν αυτό έχει συμβεί μάλλον ελάχιστες φορές στην πράξη. Στο σινεμά είχαμε ένα Westworld (όχι αυτό – το παλιό, το ορθόδοξο), στην τηλεόραση είχαμε φυσικά ένα Firefly, στα anime είχαμε ένα Cowboy Bebop κι ένα Trigun. Ε, ήρθε ο καιρός για μια τίμια αναβίωση του είδους, γιατί θέλουμε να το βλέπουμε συχνότερα.

Είχε τον Werner Herzog

Ντάξει, είναι ο Werner Herzog, τι άλλο να πούμε. Το γεγονός ότι παίζει σε αυτήν την σειρά την απογειώνει με τρόπο που δύσκολα θα φανταζόμασταν πριν τον δούμε. Ούτως ή άλλως, πάντα τα Star Wars βασίζονται στους villains (ή στους περίπου-μάλλον-villains όπως εδώ), κι ο Herzog προσφέρει την τέλεια αναλογία ειδικού βάρους, απειλητικής ατμόσφαιρας και meme-ικής καλτίλας. Εξάλλου, μιλάμε για τον άνθρωπο που έχει παίξει στις ταινίες του Harmony Korine και το Rick and Morty – κι ο ποίος ΠΡΟΦΑΝΩΣ και δεν είχε δει κανένα Star Wars.

Ήταν υπερπαραγωγή, με την καλή την έννοια

Προφανώς το The Mandalorian είχε τεράστιο budget γιατί Disney είσαι αφού, αλλά προς το παρόν δείχνει να το χρησιμοποιεί σωστά. Και σωστά σημαίνει ότι προσπαθεί να χτίσει μια εσάνς κινηματογραφικής μεγαλοπρέπειας που δεν θα ποντάρει απλώς την πλαστικούρα της καταιγίδας από CGI. Το καστ των Pedro Pascal, Nick Nolte, Giancarlo Esposito, Carl Weathers και Werner Herzog είναι μπόμπα. Τα practical effects είναι πολύ καλοφτιαγμένο. Το soundtrack του Ludwig Göransson είναι πλουσιοπάροχο, πράγμα πάντα σημαντικό για Star Wars. Και τέλος, το γράψιμο της σειράς έχει αναλάβει ο έμπειρος και γνώστης Jon Favreau (του Swingers και του Iron Man), ενώ στην σκηνοθεσία βρίσκουμε δημιουργός σαν τον Rick Famuyiwa (του υπέροχου Dope) και τον λατρεμένο Taika Waititi που ελπίζουμε να μην χρειάζεται συστάσεις πλέον.  Ναι, αυτό σημαίνει υπερπαραγωγή με την καλή έννοια.

Best of internet