Quantcast
POLITIX

Τελικά, η ελληνική τηλεόραση πατώνει ή έχει ακόμα;

Πώς σκατά καταλήξαμε οι εκπομπές στην Ελλάδα να είναι βγαλμένες από το βούρκο της αμερικανικής τηλεόρασης;


Τα τελευταία τρία περίπου χρόνια, όταν μιλάμε για το τηλεοπτικό τοπίο στην Ελλάδα, μιλάμε συνήθως για το νομικό καθεστώς κάτω από το οποίο κάποια κανάλια θα συνεχίσουν να λειτουργούν.

Κι ενώ αυτή τη στιγμή οι (προσωρινοί) δικαιούχοι είναι μόλις πέντε, πράγμα που σημαίνει ότι ο ανταγωνισμός είναι εμφανώς μικρότερος απ’ ό,τι στο παρελθόν, με ένα από τα μεγαλύτερα τηλεοπτικά κανάλια να κλείνει οριστικά, οι ελπίδες μας για μία τηλεόραση που θα λειτουργούσε κάτω από μικρότερη πίεση -και άρα με λιγότερες εκπτώσεις επί του περιεχομένου- κάνουν για πάντα φτερά.

Και ο ανταγωνισμός πλέον παίζεται σχεδόν αποκλειστικά στο πεδίο της ψυχαγωγικής ζώνης, με τα τηλεοπτικά κανάλια να αγοράζουν μανιωδώς τηλεοπτικά προγράμματα εμπνευσμένα από τις πιο σκοτεινές στιγμές της αμερικανικής τηλεόρασης -αν δεν αποτελούν κακές απομιμήσεις αυτών.

Η τηλεόραση των ’00s, μετά από ένα σύντομο διάλειμμα, έχει επιστρέψει για τα καλά και η επάνοδος αυτού του ψυχαγωγικού μοντέλου γίνεται με ακραία επιθετικό τρόπο τόσο σε περιεχόμενο όσο και σε διάχυση, ειδικά αν σκεφτούμε το πώς τροφοδότησε και τροφοδοτήθηκε από τα ελληνικά social media.

Και αυτό το άρθρο γράφεται με αφορμή τη χθεσινή πρεμιέρα του Game of Love, ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα που δεν αποτελεί παρά αντανάκλαση της τηλεοπτικής σήψης των τελευταίων δύο χρόνων.

Το παιχνίδι υποτίθεται ότι περνάει από crash test τις σχέσεις τεσσάρων ζευγαριών, τα οποία θα μείνουν σε μία έπαυλη μαζί με έξι εργένηδες. Το παιχνίδι βασίζεται σε «αποστολές αποπλάνησης», οι οποίες καθορίζονται από την παραγωγή και τις οποίες οι παίχτες πρέπει να ολοκληρώσουν.

Ήδη από το πρώτο επεισόδιο, όπως μπορείτε να δείτε και παρακάτω, ο παρουσιαστής Χάρης Χριστόπουλος, απευθυνόμενος σε μία παίχτρια που μπήκε με τον σύντροφο της στο παιχνίδι, λέει:

Θα σου αναθέσω μία μυστική αποστολή. Όταν λέω μυστική, εννοώ ότι την ξέρω μόνο εγώ κι εσύ. Η αποστολή αυτή θα έχει και ένα έπαθλο. Θέλω να καλέσεις τον Παναγιώτη -δεν θα είναι και πολύ δύσκολο- για ένα βραδινό μπάνιο στην πισίνα, πολύ αισθησιακό, και να προσπαθήσεις να τον αποπλανήσεις. Θα έλεγα για πρώτη φορά, αφού θα περάσετε ένα πολύ τρυφερό και αισθησιακό μπάνιο, να πάμε μέχρι να του αποσπάσεις ένα ερωτικό φιλί. Το έπαθλο για αυτό, αν αποσπάσεις ένα ερωτικό, αισθησιακό φιλί θα είναι 500 ευρώ.

Το ζήτημα, λοιπόν, με αυτή την εκπομπή, όπως και με άλλες αντίστοιχές της (βλ. Power of Love), είναι ότι συστήνεται στο κοινό της ως ένα πρόγραμμα προοδευτικών αντιλήψεων γύρω από τις ερωτικές σχέσεις και τον ερωτισμό εν γένει. Μία εκπομπή που υποτίθεται ότι σπάει τα ταμπού και προβάλλει τη ζωή μεταξύ δύο ή (και περισσότερων) συντρόφων.

Στην πραγματικότητα, όμως, αυτή η φαινομενικά προοδευτική εκπομπή που «δεν λογαριάζει από καθωσπρεπισμούς», καταλήγει να αναπαράγει τα πιο συντηρητικά στερεότυπα γύρω από τα φύλα· ρόλοι φτιαγμένοι να ταιριάζουν με τη στερεοτυπική αναπαράσταση της γυναίκας που «αρκεί να βάλει κάποιον στόχο» και που «της αρέσει να προκαλεί τους άντρες», πλαισιωμένοι από κοντινά πλάνα σε γυναικεία σώματα με μαγιό.

Φυσικά, κανείς δεν αρνείται την συναίνεση των συμμετεχόντων, είμαστε σίγουροι ότι όλοι βρίσκονται εκεί με τη θέλησή τους.

To βασικό ερώτημα εδώ είναι γιατί τα τηλεοπτικά κανάλια θεωρούν πλέον safe επιλογή να επενδύσουν ένα σκασμό λεφτά σε προγράμματα που, ενώ πλασάρονται με ελαφρώς διαφορετικό concept, περιστρέφονται πάντα γύρω από τσακωμούς και από σχέσεις υποτίμησης.  Και υποθέτουμε ότι συμβαίνει επειδή υπάρχει πάντα το κατάλληλο -συνήθως μαζικό- κοινό να τα αγκαλιάσει.

Best of internet