Quantcast

Το Years and Years κατάφερε αυτό ακριβώς που δε μπορεί να κάνει πια το Black Mirror

Να μιλήσει με ουσιαστικό τρόπο για την εποχή του παρουσιάζοντάς ένα ζοφερό κοντινό μέλλον

To Years and Years είναι μια σειρά. Ας ξεκινήσουμε από εδώ, από τα βασικά. Είναι μια σειρά που ξεκίνησε να συζητιέται από τα μέσα Μαΐου που έκανε ντεμπούτο στο BBC κι η συζήτηση αυτή μεγάλωσε όταν έκανε την αμερικάνικη πρεμιέρα της στο HBO στα τέλη Ιουνίου. Εγώ, από την άλλη, είμαι ένας άνθρωπος που βλέπει αρκετές σειρές – αφενός επειδή είναι η δουλειά μου κι αφετέρου γιατί πρέπει να βρω τρόπους να διαχειρίζομαι καλύτερα τη ζωή μου μ’ αρέσει. Παρόλα αυτά, ενώ ήταν ήδη στο ραντάρ μου κι άκουγα/διάβαζα καλά λόγια, δίσταζα να ξεκινήσω το Years and Years. Ο βασικός λόγος ήταν επειδή το premise της σειράς έμοιαζε πολύ με το Black Mirror, κι η αλήθεια είναι ότι με κούρασε το Black Mirror μετά τις απανωτές απογοητεύσεις του Bandersnatch και του τελευταίου κύκλου. Επίσης, είχα κουραστεί λίγο κι από τις σειρές που έπιασαν το νήμα του Black Mirror τον τελευταίο καιρό, όπως το Weird City, το νέο Twilight Zone και το Love, Death and Robots. Αυτό που έθεσε σε κίνηση τα πράματα, όμως, ήταν το γεγονός ότι ένας φίλος με ώθησε να την δω άμεσα, γιατί λέει θα μ’ αρέσει σίγουρα. Κι είχε δίκιο ο καριόλης.

Στα χαρτιά, το Years and Years ακούγεται σαν κάτι αρκετά φορτικό και μπουχτιστικό. Ουσιαστικά, είναι ένα οικογενειακό δράμα περιτριγυρισμένο από ένα πολύπλοκο σύμπλεγμα κοινωνικής και τεχνολογικής αλλοτρίωσης, κυνικής ατμόσφαιρας, συνάντησης πολιτικής-οικονομίας-κουλτούρας, μη-βιωσιμότητας του πλανήτη, πολέμων by proxy, ανόδου της μετα-πολιτικής ακροδεξιάς, προσφυγικών κρίσεων. Ευχάριστα πράγματα γενικά. Από πολλές πλευρές, η σειρές έχει πολλές παραλληλίες με το Black Mirror. Όχι μόνο λόγω θεματολογίας, αλλά και λόγω τρόπον τινά παράλληλων διαδρομών των δημιουργών τους. Όπως κι ο Charlie Brooker, ο Russell T Davies είναι μια παλιά καραβάνα της βρετανικής τηλεόρασης από τα 90s. Αν όμως ο Brooker είχε μια μετα-δημοσιογραφική, ειρωνική, σατιρική προσέγγιση για τη μαζική κουλτούρα (φτιάχνοντας πολλές τέτοιες σειρές κι εκπομπές στο παρελθόν), τότε ο Davies ήταν περισσότερο ταγμένος στο ειλικρινές κι ευαίσθητο δράμα και κωμωδία με πολύ ισχυρές δόσεις queerness – από το Queer As Folk και το Bob and Rose μέχρι την αναβίωση του Doctor Who. Επομένως, είχα μια έντονη περιέργεια για το πώς θα διαχειριζόταν ένας τόσο διαφορετικός δημιουργός μια τόσο κοντινή θεματολογία.

Η διαφορά, βέβαια, καταφέρνει να γίνει έντονα αισθητή ήδη από τα πρώτα λεπτά του πρώτου επεισοδίου – κατά έναν τρόπο που δείχνει μια πολύ στιβαρή δήλωση προθέσεων εκ μέρους της σειράς και του Davies. To Years and Years κυνηγάει ένα ουσιαστικό δράμα με χαρακτήρες που μπορούμε να κατανοήσουμε, να σχετιστούμε, να επικοινωνήσουμε, να ταυτιστούμε (κάτι που δίνει στην καλύτερη με το σταγονόμετρο το Black Mirror παρά τις περιστασιακές εκλάμψεις μεγαλείου του). Μαζί μ’ αυτό, η σειρά θέλει επίσης να είναι μια σάτιρα της εποχής της, αλλά φροντίζει να την έχει περισσότερο δουλεμένη μέσα στην ίδια την ιστορία που αφηγείται και λιγότερο να την κρατάει συνεχώς στην επιφάνεια ως gimmick ή trick πάνω στο οποίο χτίζεται το premise κάθε επεισοδίου (δηλαδή ένας από τους βασικούς λόγους που καθιστούν το Black Mirror μια τόσο hit and miss σειρά). Αν θέλαμε να το δούμε και πιο ιστορικο-γενεαλογικά, τότε θα λέγαμε ότι ο Brooker ανοίγεται περισσότερο στην διδακτική gimmicky παράδοση του Twilight Zone, ενώ ο Davies αντλεί σαφώς περισσότερο από μια ατόφια βρετανική παράδοση. Πρόκειται για την κληρονομιά του kitchen sink δράματος, του ζοφερού μα πνευματώδους κοινωνικού ρεαλισμού που άνθισε στο βρετανικό θέατρο και σινεμά στα 50s και τα 60s, κι έπειτα αναβίωσε ξανά με ακόμα πιο σκοτεινό τρόπο στα θατσερικά 80s (κι αναπνέει ακόμα στην εποχή του Brexit όπως μας έδειξε πέρσι το υπέροχο God’s Own Country).

Διατηρώντας, λοιπόν, μια αρκετά προσγειωμένη κοινωνική ματιά με έμφαση στην οικογένεια και την κοινότητα, το Years and Years παραμένει μελλοντολογικό αλλά με έναν αρκετά ήπιο τρόπο. Δεν μοιάζει να ενδιαφέρεται τόσο για ένα εξωφρενικό σενάριο όσο για μια προέκταση των τάσεων της τωρινής πραγματικότητας στο κοντινό μέλλον με έναν τρόπο που να εξασφαλίζει πρώτα απ’ όλα συνοχή – συνοχή αφηγηματική αλλά και κοινωνικο-ιστορική. Έτσι, το μέλλον του Years and Years είναι μαύρο, αλλά δεν είναι στραγγαλιστικό. Είναι συγκρουσιακό το ίδιο, περιλαμβάνει αντιστάσεις, ρήξεις και ασυνέχειες. Αντί να χάνεται στο micromanaging της τάδε ή της δείνα εξωφρενικής μελλοντολογικής ιδέας, το Years and Years επιλέγει να ανοιχτεί στην μεγάλη εικόνα της εποχής του και των συνεπειών της. Αυτή η μεγάλη εικόνα αποκαλύπτει μια αρκετά πολύπλευρη αντίληψη για την βρετανική οικογένεια, την ταξική διαστρωμάτωση, το Brexit, τον σύγχρονο ακροδεξιό λαϊκισμό, τις αποκλίνουσες ανθρώπινες και μετα-ανθρώπινες ταυτότητες, την σχέση έθνους και Άλλου. Χοντρικά, ο Davies προτείνει μια αντίληψη της ολότητας θεσμών-σχέσεων-πολιτικής-ιστορίας που σπάνια βλέπουμε στην τηλεόραση, καθιστώντας το Years and Years μια σειρά αρκετά «ευρωπαϊκή» – με την καλή έννοια.

Το θετικό με όλα αυτά, φυσικά, είναι ότι η σειρά ανοίγει αρκετά το εύρος του τι μπορεί να κάνει σήμερα μια τέτοια σειρά. Τα αρνητικά του Years and Years, από την άλλη, έχουν κατά έναν τρόπο την ίδια ρίζα αλλά ανοίγονται σε δύο διαφορετικές κατευθύνσεις. Πρώτον, η μανία κι η βιασύνη της σειράς να μιλήσει για όλα μέσα σε 6 τηλεοπτικές ώρες την καθιστά ώρες-ωρες πηχτά χαοτική – σίγουρα παραπάνω απ’ όσο χρειάζεται. Δεύτερον, αυτή η πολιτική αντίληψη ολότητας οδηγεί αρκετές φορές σε μια πολύ ευθεία αντανάκλαση των συγκεκριμένων πολιτικών θέσεων του δημιουργού με άγαρμπο τρόπο. Έχει, δηλαδή, μια πολιτική κυριολεξία που λιγότερο εξυπηρετεί το δράμα και περισσότερο προκαλεί μια εξίσου ευθεία πολιτική κριτική, όπως όταν για παράδειγμα καταλήγει σε μια θεωρία των δύο άκρων εξισώνοντας την άκρα δεξιά με την άκρα αριστερά για χάρη (μάλλον) ενός χλιαρού προοδευτικού κέντρου.

Σε κάθε περίπτωση, η μεγάλη δύναμη του Years and Years είναι στο πώς αναπαριστά συγγένεια της τεχνολογίας και της σχεσιακότητας στην άμεση οικογενειακή και την μεγάλη πολιτική της μορφή. Όταν μιλάγαμε για την αποτυχία του Bandersnatch, βάζαμε στο τραπέζι την τεχνολογία ως δομικό μέρος της σύνδεσης των ανθρώπων με τους ανθρώπους και τα πράγματα: «Κι η τεχνολογία η ίδια είναι ένα αντικειμενικό κι απαραίτητο μέρος αυτής της σύνδεσης, όχι ένα εξωτερικό βαρίδι ή βοήθημα. Είναι το υλικό υπόστρωμα αυτής σύνδεσης. Της αξίζει κριτική, συχνά πολύ σκληρή, αλλά δεν της αξίζει ούτε πανικός ούτε πανυγηρισμός – ακριβώς γιατί τεχνοφοβία και τεχνολατρεία είναι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, δύο διαφορετικές μα συγγενείς μορφές φετιχισμού της τεχνολογίας, γιατί αμφότερες την φετιχοποιούν και την αποκόπτουν από το πεδίο της σχεσιακότητας, από το πεδίο των σχέσεων και των επαφών».

Απ’ αυτήν την σκοπιά είναι που, σε τελική ανάλυση, κρίνουμε το Years and Years και το αξιολογούμε σαν μια πολύ, πολύ ενδιαφέρουσα σειρά που πετυχαίνει τους στόχους της. Καθώς η οικογένεια Lyons προσπαθεί να κατανοήσει τις γιγάντιες και σκοτεινές δυνάμεις που επενεργούν πάνω της και πάνω στον κόσμο της, ο Davies ξεδιπλώνει αυτήν την απόπειρα κατανόησης με τρυφερότητα, με νοιάξιμο, με φροντίδα, με χιούμορ και με ευαισθησία. Μετά από τόσο πολύ κυνικό και μισάνθρωπο sci-fi που έχουμε καταναλώσει αυτά τα χρόνια, σειρές σαν αυτήν είναι μια ανθρώπινη τηλεοπτική ανάσα.

Best of internet