Quantcast

Ο Rust Cohle του True Detective ήταν ένας μηδενιστής μέχρι τέλους ή μήπως κάτι πιο περίπλοκο;

True Detective, σύγχρονος μηδενισμός και επιστροφή στη χριστιανική αναπαράσταση

Drugitiz

14 Ιανουαρίου 2019

Η πρώτη σεζόν του True Detective αποτελεί κατά γενική ομολογία μια από τις καλύτερες στιγμές της κινηματογραφικής τέχνης με τη μορφή των τηλεοπτικών σειρών, ειδικά όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί τη τελευταία δεκαετία. Ένα neo-noir έργο με μια φοβερή southern gothic αισθητική, γεμάτο υπαρξιακά ερωτήματα και βαρύ μεταφυσικό συμβολισμό, δημιούργημα του πρώην ακαδημαϊκού, μεγαλωμένου σε αυστηρό καθολικόν περιβάλλον σεναριογράφου και συγγραφέα, Nic Pizzolato.

Κεντρική φιγούρα στην ιστορία είναι προφανώς ο χαρακτήρας του Rust Cohle, τον οποίο υποδύεται υποδειγματικά ο Matthew McConaughey, ο οποίος είναι μια φοβερά περίπλοκη και ιδιαίτερη φιγούρα.

Μεγαλωμένος στην Αλάσκα, έχοντας ζήσει τη τραγωδία να πεθαίνει το ανήλικο παιδί του, έχει περάσει για χρόνια σαν ασφαλίτης υποδυόμενος τον biker gangster, με την αντίστοιχη χρήση ναρκωτικών που μια τέτοια ζωή φέρνει μαζί της, ενώ στη φάση που τον βρίσκει η σειρά δουλεύει στο ανθρωποκτονιών. Γενικά όλο αυτό φτιάχνει εξαρχής ένα κοκτέιλ αρκετά εύφλεκτο, αλλά δεν τελειώνει εδώ. Ο Cohle για το μεγαλύτερο μέρος της σειράς, η οποία λαμβάνει χώρα μεταξύ 1995 και 2012, είναι ένας αντιναταλιστής μηδενιστής. Ένας άνθρωπος ο οποίος αρνείται την ίδια την ύπαρξη της συνείδησης, την οποία θεωρεί ως ένα λάθος της εξέλιξης εκ μέρους της φύσης και επίσης θεωρεί ότι η συνείδηση είναι στη πραγματικότητα μια ψευδαίσθηση, μιας και ο άνθρωπος είναι στη πραγματικότητα έρμαιο των χημικών ενώσεων που διατρέχουν τον εγκέφαλο του και η ιδιότητα της ελευθερίας επιλογής δεν είναι παρά μια ψευδαίσθηση. Η ζωή για τον Cohle είναι μια ταινία η οποία τρέχει μπροστά στα μάτια μας και εμείς είμαστε εγκλωβισμένοι στο να τη παρακολουθούμε ανήμποροι στη πραγματικότητα να αλλάξουμε το παραμικρό. Όπως είναι αναμενόμενο μετά από όλο αυτό, ο θάνατος αντιμετωπίζεται από τον Cohle ως απελευθερωτική διαδικασία. Χαρακτηριστικά, αναφερόμενος κατά τη διάρκεια της ανάκρισης του σε μια μελέτη που έκανε για την κεντρική υπόθεση κατά την οποία για μέρες σερί μελετούσε φωτογραφικά κάποια θύματα δολοφονιών, υποστήριξε τη βεβαιότητα του ότι διέκρινε πως τα θύματα στην τελευταία στιγμή της ζωής τους υποδέχονται τον θάνατο, σαν μια συνειδητοποίηση της ψευδαίσθησης της συγκρότησης συνείδησης και σαν μια απελευθέρωση από το βάρος του Είναι τους. Η ζωή για τον Cohle είναι κάτι μεταξύ ενός ονείρου μέσα σε ένα κλειδωμένο δωμάτιο, που δεν είναι άλλο από το μυαλό μας, και μιας τραγωδίας που καλό θα ήταν να μην είχε συμβεί ποτέ. Μια τραγωδία που λαμβάνει χώρα σε ένα αδιάφορο σύμπαν χωρίς εμείς να μπορούμε να κάνουμε το παραμικρό για να το αλλάξουμε.

Οι ιδέες αυτές βέβαια δεν είναι εμφανίζονται για πρώτη φορά στη σειρά. Ο Pizzolatto έχει παραδεχτεί σε συνέντευξή του το γεγονός ότι επηρεάστηκε για τη δημιουργία του χαρακτήρα από το έργο του Thomas Liggoti, “The Conspiracy Against Human Race” αλλά και και από άλλα έργα του μηδενισμού του 21ου αιώνα όπως το (αρκετά δημοφιλές τα τελευταία χρόνια) “In The Dust Of The Planet”.

Και κάπου εδώ τελειώνει στο μυαλό των περισσότερων η αφήγηση για τη ταυτότητα του Rust Cohle. Παρόλα αυτά, ο Cohle δεν είναι μόνο αυτό. Για την ακρίβεια, όλο το arc του αφορά τη μετάβαση από αυτή τη κοσμοθεώρηση σε μια άλλη.

Κατ΄ αρχάς, υπάρχει μια φαινομενική αντίφαση που διατρέχει το έργο εξ αρχής. Ο Cohle παρότι διακατέχεται από όλες αυτές τις ιδέες περί ανυπαρξίας νοήματος και βλέπει την ανθρωπότητα σαν εξελικτικό λάθος, δεν σταματάει να παλεύει αρκετά παθιασμένα για την επίλυση του εγκλήματος που μελετάει, ακόμα και όταν αυτό του κοστίζει τη σωματική και ψυχική του υγεία. Και αυτό δεν το κάνει σαν ένα τρόπο να κρατήσει το μυαλό του απασχολημένο μακριά από το ζήτημα του Νοήματος, μια μορφή “πασκαλικής” διαφυγής, αλλά για το ακριβώς αντίθετο: το κίνητρο του είναι μια καθαρά ανθρωποκεντρική προσέγγιση με βάση τη λύπηση του προς τα θύματα η οποία ξεκάθαρα τον φέρνει αντιμέτωπο με το υπαρξιακό ερώτημα. Ενδεικτική είναι η δήλωση του σε μια από τις σκηνές της ανάκρισης του, την στιγμή που περιγράφει την ιδέα πως ο χρόνος είναι ένας κύκλος που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά (ιδέα που επίσης εντάσσεται κατά κάποιο τρόπο στο “σετ” των ιδεών του), ο λόγος που το κάνει είναι εν είδει παραπόνου για τα δύο παιδιά που το δολοφονικό αυτό κύκλωμα είχε απαγάγει και κακοποιήσει και πως αυτά θα βρίσκονται σε αυτή τη θέση ξανά και ξανά και ξανά. Εδώ δε βλέπουμε τον Cohle να αντιμετωπίζει τον Άνθρωπο, στο πρόσωπο των παιδιών, σαν μια αδιάφορη μάζα, ένα σάρκινο bot, αλλά σαν Πρόσωπο το οποίο αξίζει τη καλύτερη δυνατή ζωή και ο κόσμος που ζούμε την αρνείται. Όλα αυτά σημαίνουν ότι ο άνθρωπος για τον Cohle δεν παύει να έχει, τελικά, σημασία. Το πρόβλημα του δηλαδή δεν είναι η ανυπαρξία Νοήματος, αλλά η βίαιη αποστέρηση του από τα θύματα. Κάτι που, στην ίδια συνέντευξη με πριν, κάνει και τον ίδιο τον Pizzolatto να αμφισβητεί το κατά πόσο σοβαρά μπορούμε να πάρουμε τον Cohle στους ισχυρισμούς του περί μηδενισμού.

Το πιο ενδιαφέρον όμως στην όλη διαδρομή του Cohle, η επίλυση όλου του μύθου, έρχεται στο τελευταίο επεισόδιο, στη τελευταία σκηνή. Κάτι το οποίο, πάλι, στην ίδια συνέντευξη, αναφέρει και ο Pizzolatto.

Ο Cohle σε αυτή τη σκηνή αποκαλύπτει ότι, στην εντονότερη και παραλίγο τελευταία στιγμή της πολυτάραχης ζωής του, η εμπειρία του τον έκανε να αναθεωρήσει τελείως τις προηγούμενες απόψεις του. Και αυτό είναι κάτι που πολλοί παραβλέπουν σχετικά με το κύκλο αυτό. Ο Cohle δεν αρνείται απλά τον πεσιμισμό του για να θεωρήσει πως με λίγο αγάπη, λίγο οπτιμισμό τα πράγματα θα είναι τα ίδια απλά λίγο καλύτερα. Δηλαδή, ότι, με κάποιο τρόπο, αναθεωρεί τον μηδενισμό του αλλά παραμένει ο ίδιος λίγο-πολύ άνθρωπος. Η θέση πως, με δάνειο από το comic του Alan Moore Top 10, παρότι το σκοτάδι είναι πλειοψηφικό, κάποτε ήταν απόλυτο και γενικά προοδευτικά “νικάμε” είναι ενδεικτική συνολικότερης αλλαγής, είναι κανονική αλλαγή αναπαράστασης του κοσμοειδώλου.

Αρχικά, με τη παραδοχή του ότι αναγνώρισε τη κόρη και τον πατέρα του στο μεταίχμιο της “ζωής μετά”, προχωράει σε μια αναγνώριση της ταυτότητας του Προσώπου των ατόμων, μια ιδέα που παρότι υπάρχει και στην αρχαιότητα, στον διάλογο του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού εκφράζεται (και) από τη χριστιανική θεολογία και είναι δομικής σημασίας για αυτήν. Από εκεί που, για τον Rust, οι άνθρωποι ήταν σάρκινες μαριονέτες, έρμαια των χημικών ενώσεων του κορμιού τους και η συνείδηση ήταν απλά μια ψευδαίσθηση, τώρα μιλάει για διατήρηση της ταυτότητας ακόμα και μετά το θάνατο. Μιλάει για ψυχή, η οποία διατηρεί την ταυτότητα και μεταθανάτια. Ακόμα και η ίδια η αγάπη για την οποία μιλάει λέγοντας ότι τον κατέκλυσε, προϋποθέτει την ύπαρξη δύο ή παραπάνω ξεχωριστών υποκειμένων για να υπάρξει – κάτι που πάλι απαιτεί Πρόσωπα. Ο Cohle, λοιπόν, πηγαίνει από την ύπαρξη του ανθρώπου σαν αποτέλεσμα των συστατικών που μας αποτελούν, στην αντίληψη ότι είμαστε κάτι παραπάνω από απλά αυτό.

Κατά δεύτερον, είναι το θέμα της αντίληψης περί προοδευτικότητας και εξελιξιμότητας του κόσμου. Η ιδέα ότι ο χρόνος δεν είναι ένας επαναλαμβανόμενος κύκλος αλλά μια προοδευτική διαδικασία (αυτό που περιγράφει ως ”κάποτε το σκοτάδι ήταν απόλυτο, τώρα ο το φως κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος”) είναι μια ακόμα άρνηση των προηγούμενων ιδεών του. Είτε την εξέφρασε με την ιδέα του χρόνου σαν κύκλου (αντίληψη την οποία είχαν οι άνθρωποι στην προχριστιανική αρχαιότητα) και της νιτσεϊκής “αιώνιας επανάληψης του υπάρχοντος”, είτε, εν μέρει, με τη θεωρία του M-Theory. Και, συνειδητά ή όχι, και σε αυτό το σημείο ο Pizzolatto κάνει μια ακόμα αναφορά στη χριστιανική παράδοση: ο πρώτος φιλόσοφος της Ιστορίας ο οποίος μίλησε για προοδευτικότητα στην εξέλιξή της, θέτοντας την ιδέα της προόδου και της εξέλιξης στην ανθρώπινη σκέψη, ήταν ο Άγιος Αυγουστίνος, βασική θεωρητική φιγούρα του χριστιανισμού (και κατ’ επέκταση του Δυτικού κόσμου) ήδη από την κλασσική εποχή, ο οποίος μάλιστα, όντας και νεοπλατωνικός, συνδύασε την έννοια της προόδου στην Ιστορία με μια μετάβαση από το Κόσμο του Ανθρώπου προς τον Κόσμο του Θεού- κάτι που ενδεχομένως να είναι το νόημα της μεταφοράς περί σκότους και φωτός που γίνεται στη σκηνή.

Το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι ο Cohle μέσα από την εμπειρία του αυτή έκανε μια πλήρη αντιστροφή στις μέχρι τότε θέσεις του. Δεν άλλαξε απόψεις, άλλαξε τρόπο που αντιμετωπίζει και αναλύει τον κόσμο. Και αυτό ακριβώς είναι που κάνει το arc του Cohle ακόμα πιο βαρυσήμαντο.

Το ερώτημα βέβαια αν όλα αυτά συμβαίνουν με τη συνειδητή ή μη επιλογή του Pizzolato είναι κάτι που μόνο ο ίδιος μπορεί να απαντήσει. Μετά από 2000 χρόνια κυριαρχίας της χριστιανικής κοσμοαντίληψης στην Δύση, οι ιδέες αυτές είναι βαθιά ριζωμένες στο DNA του πολιτισμού μας. Το γεγονός δε ότι ο ίδιος μεγάλωσε σε αρκετά στενό θρησκευτικό περιβάλλον μπορεί να σημαίνει ότι έχει καλύτερη επίγνωση όλων αυτών ή μπορεί και να σημαίνει ότι απλά έχουν εντυπωθεί πιο βαθιά στο τρόπο σκέψης του. Το σίγουρο είναι ότι όλο αυτό είναι “εκεί”, εντυπωμένο βαθιά στο story της ιστορίας.

Πέραν των πτυχών που αναφέρθηκαν, κυκλοφορούν διάφορες ερμηνείες της σειράς που πάνε τα πράγματα πολύ πιο μακριά, αναλύοντας το συμβολισμό της σε μάλλον υπέρμετρο βαθμό, θέλοντας να δώσουν στην σειρά μια έξτρα χριστιανική υπόσταση, κάτι που γενικά δεν έχει σημασία. Πολύ περισστόερο ενδιαφέρον από την ύπαρξη κάποιων ενδεχόμενων subliminals έχει η ίδια η λογική των πραγμάτων. Και, συνειδητά ή μη, ο Pizzolatto μας δίνει μια ιστορία μετάβασης ενός ανθρώπου από το σύγχρονο μηδενισμό που κυριαρχεί όλο και περισσότερο τον πολιτισμό μας με βάση τη σύγχρονη επιστήμη και φιλοσοφία, προς μια χριστιανική αντίληψη που, ασχέτως αν ο ίδιος ο σεναριογράφος την αποδέχεται “δίνοντάς” την στον ήρωά του, ανακουφίζει τον πρωταγωνιστή δίνοντας την επίλυση του δράματος.

Best of internet