Quantcast

Οι 10 καλύτερες περιπτώσεις horror sequel, αυτής της γλυκιάς μα σκοτεινής παρακινηματογραφικής τέχνης

Τώρα που το A Quiet Place Part II κυκλοφορεί στα σινεμά σπάζοντας την κατάρα του είδους

Αν υπάρχει κάτι που δεν έχουμε κρύψει ποτέ, σε αυτό εδώ το site τουλάχιστον, είναι η μεγάλη μας αγάπη για τον κινηματογραφικό τρόμο. Το ίδιο το horror άλλωστε, όπως έχουμε γράψει με διάφορες αφορμές, είναι ένα genre που σε καλεί να το αγαπήσεις, να το εκτιμήσεις και να το αναλύσεις με διάφορους τρόπους και σε διάφορα επίπεδα. Ας πούμε, έχει μεγάλο ενδιαφέρον το γεγονός ότι μιλάμε για μια κινηματογραφική γλώσσα που βρίσκεται στις μοντερνιστικές ρίζες του ίδιου του σινεμά κατά τις αρχές του 20ού αιώνα, αποτέλεσε μια ημι-αυτόνομη βιομηχανία παραγωγής φτηνών ταινιών, πήρε χαρακτήρα παρακινηματογραφικής υποκουλτούρας, αποτέλεσε πόλο έλξης για πολλούς μεγάλους auteurs, εξελίχθηκε σε μεγα-μηχανή κερδών μέσα από την δημιουργία πετυχημένων franchises και εσχάτως έχει επανεπινοηθεί με όρους marketing αλλά και ουσίας ως το κατεξοχήν genre που είναι σε θέση να αποτυπώσει το zeitgeist μας, είτε βουτώντας σε αυτό για να το σκαλίσει διεξοδικά και βασανιστικά είτε εκφράζοντας την επιθυμία για φυγή από αυτό μέσα από υπερβατικά άλματα. Κι υπάρχουν πολλά ακόμα που θα μπορούσαμε να πούμε, αλλά θα συγκρατηθούμε, αφού πράγματι τα έχουμε πει ουκ ολίγες φορές.

Η σύγχρονη άνθιση του horror βέβαια, έχοντας φέρει το είδος όλο και πιο κοντά στα παραδοσιακά κινηματογραφικά κυκλώματα των φεστιβάλ και των βραβείων, κι άρα προσδίνοντάς του μια όλο και μεγαλύτερη παραδοσιακή τύπου “καλλιτεχνική καταξίωση“, έχει οδηγήσει σε μια αντίφαση. Από τη μία πλευρά, μας έχει χαρίσει πολλές καλές ταινίες, αναμφίβολα. Από την άλλη, σε έναν βαθμό έχει φέρει μια κυριλοποίηση και έναν εξευγενισμό του είδους, μια απομάκρυνσή του από το πεδίο της υποκουλτούρας και μια πρόσδεσή του στην συμβατική mainstream ή arthouse κινηματογραφική έκφραση (για να είμαστε δίκαιοι, βέβαια, τον εξευγενισμό του horror τον έφερε πρώτο το ίδιο το mainstream Hollywood με την παραγωγή πλαστικών και παραφουσκομένων high-budget franchises στα 90s και τα 00s). Παρόλα αυτά, ακόμα και τώρα που κυριλοποιείται το είδος, υπάρχει και πάλι ένα υπόλειμμα, ένα καταραμένο απόθεμα, μια παρακινηματογραφική αύρα που ακόμα έχει τη δυνατότητα να γεννήσει το horror.

Αυτή η παρακινηματογραφική αύρα (που συχνότατα σχετίζεται με το υπερφυσικό και το παραφυσικό, με το αλλόκοτο και το απόκοσμο, με το βίαιο και το βλάσφημο) είναι που δίνει στο horror έργο την υφή μιας απαγορευμένης απόλαυσης, μια αίσθηση διάρρηξης του παραδοσιακού και συμβατικού. Ακόμα κι αν το horror έργο δεν είναι ή δεν θεωρείται cult το ίδιο (ταλαιπωρημένος όρος άλλωστε), η κατανάλωσή του από το κοινό έχει συχνά μια cult πλευρά, ένα συγκεκριμένο τελετουργικό θέασης, έναν δεσμό μεταξύ των θεατών που διαφέρει από άλλα genres, ένα affect, ένα συν-αίσθημα τρόμου, μια συναισθηματική και νοητική κατάσταση που προκύπτει από την ατομική και συλλογική διάδραση με το περιβάλλον που δημιουργεί γύρω μας το horror έργο. Το να κλείνεις τα μάτια, το να στρέφεις το βλέμμα, το να κοιτάς κατάματα τον πόνο, το να τινάζεσαι πίσω, το να σφίγγεται η καρδιά σου – όλα αυτά δεν είναι καθόλου μικρά πράγματα. Έτσι, πολύ συχνά το horror έχει κριτήρια ποιότητας του έργου που διαφέρουν από τα παραδοσιακά κινηματογραφικά. Μπορεί μια horror ταινία να είναι πολύ κακή με κάποιους τρόπους, αλλά και πολύ καλή με κάποιους άλλους – κι αυτοί οι δύο τρόποι να έχουν αυτονομία μεταξύ τους (υπάρχει άλλωστε κι ένα “καλό γούστο του κακού γούστου”, για να φέρουμε στον μυαλό τον μπαμπάς μας, John Waters. Επομένως, υπάρχουν τρόποι απόλαυσης του κινηματογραφικού τρόμου (κι άλλων ειδών ταινιών, αλλά περισσότερο απ’ όλα αφορά το horror) που παραπέμπουν σε διαφορετικούς τρόπους χρήσης του ίδιου του έργου τέχνης: σε τρόπους χρήσης που είναι, με την στενή έννοια, εξωκαλλιτεχνικοί και παρακαλλιτεχνικοί.

Φυσικά, ο low-budget τρόμος είναι το βασίλειο αυτών των απολαύσεων. Μιλάμε βέβαια για όλη αυτήν την παράδοση πολλών δεκαετιών που μας έχει χαρίσει απαίσια/υπέροχα b-movies και z-movies, και το να βλέπεις αμέτρητα κακά/καλά horror sequels είναι ένα μέρος της ιδιαίτερης cult σαγήνης που ασκεί το είδος. Από τα 90s και μετά όμως, που τα horror franchises κυριλοποιήθηκαν/βιομηχανοποιήθηκαν όλο και περισσότερο, έπρεπε να βουτήξεις όλο και βαθύτερα σε underground δημιουργούς και στούντιο προκειμένου να βρεις την αίσθηση του χειροποίητου. Παρόλα αυτά, ακόμα και στις mainstream παραγωγές τρόμου, το να απολαμβάνεις το ένα κακό sequel μετά το άλλο έχει κι αυτό, όπως είπαμε, μια παρακινηματογραφική χροιά – κατά τον ίδιο τρόπο που καταναλώνεις με ευχαρίστηση κάθε άλλο φιλμ που κατά τ’ άλλα γνωρίζεις σαφέστατα πως είναι, συμβατικά μιλώντας, κακό. Σχεδόν όλα τα horror franchises του 21ου αιώνα άλλωστε αποτελούνται κατά κανόνα από κακές ταινίες (ας μην πούμε ονόματα και πικραθούμε), ακόμα κι αν αυτό δε μας εμποδίζει να τα απολαύσουμε.

Αυτό που είναι εξαιρετικά σπάνιο, από την άλλη, είναι η περίπτωση ενός σύγχρονου horror sequel που να είναι πραγματικά καλό σαν ταινία, με συμβατικά κριτήρια πάλι. Υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις, και θα τις δούμε παρακάτω, αλλά η πιο πρόσφατη είναι αναμφίβολα το A Quiet Place Part II του John Krasinski που κυκλοφόρησε την περασμένη βδομάδα στις κινηματογραφικές αίθουσες και μέχρι τώρα τα έχει πάει περίφημα σε κριτικές, εισιτήρια και αγάπη από το κοινό. Επί της αρχής μιλώντας, προσωπικά δεν έβρισκα κανέναν λόγο για την ύπαρξη αυτού του sequel. Σε έναν βαθμό, θα λέγαμε ότι η μετατροπή της πρώτης ταινίας σε franchise προδίδει την ίδια την κινηματογραφική του αξία: το ότι αποτέλεσε δηλαδή ένα καλοφτιαγμένο horror film μαζικής απεύθυνσης που ξεπήδησε από μια πρωτότυπη ιδέα και απέκτησε μια ικανοποιητική εκτέλεση, χωρίς να αρμέγει κάτι ήδη established ή να στοχεύει στη δημιουργία ενός βιομηχανοποιημένου franchise. Αν με ρωτάτε, ήταν ένα sequel δομικά αχρείαστο. Αν με ξαναρωτάτε, όμως, ήταν μια ταινία αυθεντική απολαυστική.

Με αυτήν αφορμή, λοιπόν, είπαμε να βάλουμε κάτω τα πράματα και να φτιάξουμε μια λίστα με τα 10 αγαπημένα μας horror sequels ever, αυτήν την ταλαιπωρημένη ιστορία που μας έχει προσφέρει απλόχερα πόνο – και με την καλή και με την κακή έννοια. Πριν προχωρήσουμε στη λίστα, ας διευκρινίσουμε πως αφήσαμε προφανώς απ’ έξω ταινίες που αποτελούν sequel μιας ταινίας τρόμου, αλλά δεν αποτελούν horror films οι ίδιες, όπως για παράδειγμα στις περιπτώσεις του Aliens και του Terminator 2. Κατά τ’ άλλα, προχωράμε ψύχραιμα και υπεύθυνα.

10. Hellbound: Hellraiser II (Tony Randel, 1988)

Όλους τους 80s και 90s τίτλους της λίστας τους έχω γνωρίσει προφανώς μέσα από τις αμέτρητες ώρες που έχω περάσει με παιδικούς φίλους βλέποντας νοικιασμένες ταινίες τρόμου από το βίντεο κλαμπ της γειτονιάς. Ε, κι είχαμε μια ιδιαίτερη αδυναμία σε αυτό εδώ το franchise.

9. Friday the 13th Part VI: Jason Lives (Tom McLoughlin, 1986)

Η καλύτερη ταινία του franchise γενικά, αν με ρωτάτε. Ούτως ή άλλως αγαπώ πολύ την πρόσμιξη κωμωδίας και τρόμου. Θεωρώ ότι ο τρόπος που χειρίστηκε χιουμοριστικά τον χαρακτήρα και τις προηγούμενες ταινίες ήταν ευφυέστατος. Κι επίσης, Alice Cooper, προφανώς.

8. Halloween (2018, David Gordon Green)

Όπως είπαμε και πριν, η περίπτωση των σύγχρονων legit καλών horror sequels είναι ένα αρκετά σπάνιο και εξωτικό ζώο. Το 28 Weeks Later ήταν αξιοπρεπές. Το 10 Cloverfield Lane ήταν ενδιαφέρον. Αλλά το Halloween του 2018 ήταν αυτό που λέμε μια καλή (όχι τρομερή, αλλά καλή) horror ταινία με τα όλα της.

7. The Texas Chainsaw Massacre II (Tobe Hooper, 1986)

Εντελώς υποτιμημένη ταινία, αν με ρωτάτε. Ο Tobe Hooper είναι ένας μάστορας άλλωστε, ακόμα και στις κακές του στιγμές. Σε κάθε περίπτωση, θεωρώ ότι η στροφή προς το άκρατο gore και το μαύρο χιούμορ ήταν μια πολύ καλή καλλιτεχνική επιλογή για αυτήν εδώ την ταινία.

6. The Exorcist III (William Peter Blatty, 1990)

Το αγαπάω πολύ αυτό το φιλμ. Σίγουρα το original του William Friedkin στέκει αγέρωχο σαν το αριστούργημα που είναι, αλλά πιστεύω πως ο William Peter Blatty έκανε πολύ καλή δουλειά στο τρίτο sequel του franchise – κι η ταινία έχει στοιχεία αυθεντικής horror κινηματογραφικής πρωτοτυπίας.

5. Evil Dead 2 (Sam Raimi, 1987)

Ανήκω σε αυτούς που θεωρούν ότι το πρώτο Evil Dead είναι καλύτερη ταινία, αλλά έτσι κι αλλιώς μιλάμε για μια αξιοπρεπέστατη τριλογία από έναν αξιοπρεπέστατο σκηνοθέτη, ο οποίος θεωρώ ότι έχει κι άλλο καλό horror μέσα του, κι ελπίζω να το βγάλει προς τα έξω ξανά κάποια στιγμή.

4. Nightmare on Elm Street 3: Dream Warriors (Wes Craven, 1986)

Λατρεύω τον Wes Craven γενικά, και το Nightmare on Elm Street ήταν το horror franchise που αγάπησα (και με τρόμαξε) περισσότερο απ’ όλα μεγαλώνοντας, αλλά κατά έναν ειρωνικό τρόπο η αγαπημένη μου ταινία της σειράς (όπως και αρκετών άλλων) είναι η τρίτη, δηλαδή μία από αυτές που δεν έχει σκηνοθετήσει ο ίδιος. Τουλάχιστον επέστρεψε στο franchise με το New Nightmare, που επίσης είναι ταινιάρα και το οποίο ήταν το Scream πριν το Scream.

3. Bride of Frankenstein (James Whale, 1935)

Τεράστιος δημιουργός ο James Whale, όχι μόνο γιατί με τις ταινίες του Frankenstein και του Invisible Man συνεισέφερε τα μάλα στην δημιουργία του σύγχρονου horror ύφους κατά τη δεκαετία του ’30, αλλά κι επειδή η queer σεξουαλικότητά του διοχετεύθηκε με πανέμορφο τρόπο στο coding και τις αμφισημίες των ταινιών του. Και με το Bride of Frankenstein έχουμε μια ακόμα περίπτωση sequel που ξεπερνάει το πρωτότυπο.

2. Inferno (Dario Argento, 1980)

Εδώ χαλαρώνουμε κάπως τον ορισμό του sequel προκειμένου να συμπεριλάβουμε το δεύτερο μέρος της τριλογίας των μανάδων του Dario Argento, αλλά παραμένουμε αν μη τι άλλο εντός θέματος. Κατώτερο μεν από το Suspiria (όχι πολύ βέβαια), αλλά παραμένει μια ταινία Argento που τον βρίσκει στο peak των δυνάμεών του. Κατώτερο και το soundtrack του Keith Emerson σε σύγκριση με τους Goblin, αλλά και πάλι μουσικάρες.

1. Dawn of the Dead (George A. Romero, 1978)

Τοποθετήσαμε το Night of the Living Dead στην κορυφή της λίστας με τις αγαπημένες μας ταινίες τρόμου όλων των εποχών. Ήταν δυνατόν να μην κάνουμε το ίδιο με το Dawn of the Dead στα sequels; Γενικά, κανένας δεν ήταν σαν τον George A. Romero. Τέλος.

Best of internet