Quantcast

Οι 10+2 καλύτερες κοενικές ταινίες που δεν έχουν γυρίσει οι αδερφοί Coen

Με αφορμή το The Devil All the Time του Netflix που πολύ θα ήθελε να είναι δικό τους

Αλέξανδρος Παπαγεωργίου

21 Σεπτεμβρίου 2020

Μεγάλη υπόθεση το κινηματογραφικό ύφος που αποτελεί προσωπική υπογραφή, φίλες και φίλοι. Μεγάλη υπόθεση, ναι, γιατί είναι σημαντικό που μέσα στην αισθητική και θεματική ομοιομορφία την οποία παράγει το χολιγουντιανό βιομηχανικό σινεμά αποδεικνύεται ότι το ιδιαίτερο στυλ, σήμα κατατεθέν των δημιουργών, διεκδικεί ακόμα τον χώρο του κι αγγίζει ακόμα τα μάτια και τις καρδιές των ανθρώπων. Γίνεται να μπερδέψεις μια ταινία Quentin Tarantino με μια ταινία David Fincher; Γίνεται να περάσεις ένα φιλμ Paul Thomas Anderson για φιλμ Jim Jarmusch; Θα μπορούσε ένας κινηματογραφικός ήρωας του Wes Anderson να κατοικεί σε έναν κόσμο του Christopher Nolan; ΟΚ, προφανώς εδώ στοχεύουμε στα εύκολα όπως καταλαβαίνετε, αφού πρόκειται για τους πιο κοινώς αποδεκτούς auteurs των τελευταίων 2-3 δεκαετιών. Η ίδια τους η καταξίωση όμως, άσχετα από την προσωπική μας προτίμηση, δείχνει ότι το κοινό στοιχείο που μοιράζονται αυτοί οι δημιουργοί είναι το εξής. Έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν ένα ύφος-υπογραφή που είναι μοναδικά προσωπικό αλλά και μαζικά προσβάσιμο, αφήνοντας έτσι μια σημαντική παρακαταθήκη για το λαϊκό σινεμά που θέλει να είναι ταυτόχρονα κι ισόποσα φιλόδοξο και διασκεδαστικό.

Βέβαια, ως γνωστόν, το στυλ μπορεί πολύ εύκολα να γίνει μανιέρα: η ταινία Tarantino να γίνει απλά ταραντινιά, η ταινία Fincher να γίνει απλά φιντσεριά, η ταινία Nolan να γίνει απλά νολανιά κ.ο.κ. Κάποιες φορές, αυτό το παθαίνουν οι ίδιοι οι σκηνοθέτες: μετατρέπουν το ίδιο τους το στυλ σε ένα άθροισμα από trademarks, συσσωρεύοντας απλώς κουτάκια προς τσεκάρισμα ώστε το έργο να μοιάζει όντως «δικό τους». Άλλες φορές, φυσικά, εμφανίζονται ταινίες που προσπαθούν να προσομοιώσουν το στυλ τέτοιων σκηνοθετών ώστε να πετύχουν ένα αντίστοιχο αποτέλεσμα, άλλοτε με τη μορφή καλλιτεχνικού φόρου τιμής κι άλλοτε με τη μορφή στουντιακού exploitation της απήχησης του πρωτότυπου. Κι υπάρχουν φορές, φυσικά, που συμβαίνουν και τα δύο ταυτόχρονα. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, τους αδερφούς Coen. Από τη μία πλευρά, η τελευταία τους ταινία, το The Ballad of Buster Scruggs, έμοιαζε περισσότερο με greatest hits της καριέρας τους παρά με ένα αυτοτελές κινηματογραφικό έργο. Από την άλλη, βλέπουμε διαρκώς ταινίες επηρεασμένες από το ύφος τους, με τελευταία το The Devil All the Time του Antonio Campos που κυκλοφόρησε ψηφιακά πριν από μερικές μέρες. Όλως τυχαίως, αμφότεροι τίτλοι αποτελούν παραγωγές του Netflix.

Ακόμα κι αν το Ballad δεν μας ενθουσίασε όταν έσκασε στην streaming πλατφόρμα πριν από δύο χρόνια, μιλώντας γι’ αυτό δεν χάσαμε την ευκαιρία να εκτιμήσουμε για άλλη μια φορά την μοναδική θέση των Coen στο αμερικάνικο σινεμά των τελών του 20ού αιώνα και των αρχών του 21ου. Μιλάμε για ένα καλλιτεχνικό ντουέτο που βούτηξε με τα μπούνια στη μεταμοντέρνα κινηματογραφική γλώσσα των 80s και 90s, στο ειρωνικό παιχνίδι με το genre και το ύφος, στην υβριδική προσέγγιση όπου το ιστορικό παρελθόν και ο μυθολογικών πλούτος της Αμερικής γίνονται ένα. Όλα αυτά δεν τους έχουν κάνει μόνο σπουδαίους, γεγονός αυταπόδεικτο, αλλά τους έκανε επίσης να μας προκαλούν και μια ιδιαίτερη οικειότητα. Όσο έπαιξαν με το κινηματογραφικό κολάζ, άλλο τόσο φρόντισαν ώστε στην καρδιά του να βρίσκονται αληθινές ανθρώπινες ιστορίες. Με άλλα λόγια, η χρυσή συνταγή που βρίσκεται στην καρδιά του κοενικού σινεμά είναι ο συνδυασμός της ειρωνείας με την ευαισθησία μέσα από το διαρκές παιχνίδι με τα genres, τα quirks και τα references του κινηματογράφου που αγαπούν και υπηρετούν.

Σε πολλά του στοιχεία, το The Devil All the Time είναι όντως μια αρκετά κοενική ταινία. Αφηγείται μια σκοτεινή ιστορία πάθους και εγκλήματος στην αμερικανική ενδοχώρα, έχει μια νοσταλγική αλλά όχι εξιδανικευτική ματιά για την μεταπολεμική Αμερική, περιλαμβάνει ένα μεγάλο κι εντυπωσιακό ensemble cast που το χειρίζεται με κοενικό τρόπο, έχει έναν εντελώς κοενικό αφηγητή που γνωρίζει τα πάντα (με την absurdist μελαγχολική ειρωνεία που συνεπάγεται αυτό), καταπιάνεται με την πανταχού μυθική παρουσία του κακού μέσα στις ανθρώπινες κοινότητες και σχέσεις. Βέβαια, παρά την φιλότιμη προσπάθειά του, εκεί που αποτυγχάνει η ταινία είναι στο δεύτερο σκέλος του κοενικού ύφους που περιγράψαμε πριν: την ψυχή. Μέσα στα 138 καλοφτιαγμένα λεπτά του, το The Devil All the Time δεν καταφέρνει να πείσει αρκετά για την ανθρωπινότητα των χαρακτήρων τους και την δραματική αλήθεια της ιστορίας του, παρόλο που παραμένει αν μη τι άλλο μια ευχάριστη εμπειρία στο μάτι. Με άλλα λόγια, βλέπεται μια χαρά, μην το φοβηθείτε – αλλά μην περιμένετε μεγάλο βάθος.

Με αφορμή την ταινία του Netflix, λοιπόν, βάλαμε κάτω το σινεμά που έχει επηρεαστεί από τα τρομερά αδέρφια και φτιάξαμε μια λίστα με τις 10+2 καλύτερες κοενικές ταινίες (βάζουμε το +2 γιατί δύο από αυτές δεν αφορούν καν την Αμερική, πράγμα σχεδόν αντιφατικό εν τοις όροις όταν μιλάμε για κοενικό σινεμά) που δεν έχουν γυρίσει οι αδερφοί Coen (χωρίς να αναφέρουμε καν το εξαίρετο τηλεοπτικό Fargo που επιστρέφει πολύ σύντομα). Απολαύστε υπεύθυνα κι αφήστε τα μάτια σας να πλημμυρίσουν με τις εικόνες του Roger Deakins και τα αυτιά σας με τη μουσική του Carter Burwell καθώς φαντάζεστε τη φωνή του John Turturro να σας απαγγέλει το κείμενο.

The Last Seduction (John Dahl, 1994)

Ιδανική αρχή με John Dahl, αφού στη θέση αυτής της ταινίας θα μπορούσε να είναι και το εξίσου κοενικό Red Rock West της αμέσως προηγούμενης χρονιάς. Εδώ πάντως έχουμε ένα από τα καλύτερα ερωτικά neo-noir των 90s.

Δείτε το αν σας αρέσει το: Blood Simple, ξεκάθαρα.

Palookaville (Alan Taylor, 1995)

Μπορεί ο Alan Taylor να είναι γνωστός ως ο σημαντικότερος σκηνοθέτης της golden age αμερικάνικης tv εδώ και δεκαετίες, αλλά θα ήταν κρίμα να ξεχάσουμε το απολαυστικότατο crime comedy ντεμπούτο του.

Δείτε το αν σας αρέσει το: Raising Arizona, για μερακλήδες δηλαδή.

A Simple Plan (Sam Raimi, 1998)

Σταθερός συνεργάτης των Coen στα 80s και ακολουθώντας μια αξιοζήλευτη πορεία πριν πάει στο mainstream με το Spider-Man, o Sam Raimi δίνει εδώ ένα 90s neo-noir διαμάντι από τα λίγα.

Δείτε το αν σας αρέσει το: Fargo, γιατί Μινεσότα είσαι αφού.

Welcome to Collinwood (Russo Brothers, 2002)

Οι αδερφοί Russo, επίσης πριν ταξιδέψουν για Marvel μεριά, φτιάχνουν το υποτιμημένο remake του Big Deal on Madonna Street του Mario Monicelli, αγαπημένης ταινίας των Coen, με ένα εντελώς κοενικό καστ.

Δείτε το αν σας αρέσει το: The Hudsucker Proxy, απευθυνόμαστε σε ιδιαίτερα γούστα εδώ.

Brick (Rian Johnson, 2005)

Το υπέροχο ντεμπούτο του Rian Johnson χρωστάει πολλά στους αδερφούς Coen, γιατί καναλιζάρει μέσα από την δική τους επιρροή όλο το κλασικό noir μεγαλείο του Dashiell Hammet (πράγμα που έχει ομολογήσει κι ο ίδιος άλλωστε).

Δείτε το αν σας αρέσει το: Miller’s Crossing, προφανώς.

Blue Ruin (Jeremy Saulnier, 2013)

Μια από τις πιο υποτιμημένες ταινίες της δεκαετίας, αν μας ρωτάτε. Ένα βίαιο revenge διαμάντι της αμερικάνικης ενδοχώρας, γεμάτο αλύπητη σκληρότητα και θεοσκότεινο χιούμορ.

Δείτε το αν σας αρέσει το: No Country for Old Men, σε κάποιες φάσεις το κοιτάει στα ίσια.

In Order of Disappearance (Hans Petter Moland, 2014)

Το πρώτο από τα δύο +1 της λίστας, γιατί όσο να πεις είναι ιδιαίτερη περίπτωση το να αποσπάς το κοενικό ύφος από το αμερικάνικο συγκείμενο. Αλλά ενίοτε δουλεύει. Σκανδιναβικό διαμαντάκι που διασκευάστηκε χαριτωμένα στις ΗΠΑ ως Cold Pursuit.

Δείτε το αν σας αρέσει το: E, Fargo, αίμα στο χιόνι.

Three Billboards Outside Ebbing, Missouri (Martin McDonagh, 2017)

Μπορεί ο ίδιος ο McDonagh να αρνείται παιχνιδιάρικα την επιρροή των Coen, αλλά είναι δύσκολο να φανταστούμε το ταξίδι της ιρλανδικής γραφής του στην αμερικάνικη ενδοχώρα χωρίς την δική τους μεσολάβηση.

Δείτε το αν σας αρέσει το: Στην πραγματικότητα, συγγενεύει περισσότερο με το A Serious Man.

Logan Lucky (Steven Soderbergh, 2017)

Κάποιος θα μπορούσε να βάλει και το The Informant! του Soderbergh στη λίστα, αλλά μάλλον αυτή εδώ είναι η πιο κοενική του έτσι κι αλλιώς εξαιρετικού Αμερικάνου σκηνοθέτη. Κι είναι πολύ κρίμα που πέρασε τόσο απαρατήρητη.

Δείτε το αν σας αρέσει το: O Brother, Where Art Thou?, κι αυτό είναι μέγα κοπλιμέντο.

The Sisters Brothers (Jacques Audiard, 2018)

Όπως είπαμε ξανά, αυτό εδώ είναι το western που μας χρώσταγαν οι Coen πολλά χρόνια τώρα, φτιαγμένο με την σφραγίδα ενός σπουδαίου Γάλλου δημιουργού στο αμερικάνικο ντεμπούτο του.

Δείτε το αν σας αρέσει το: Βασικά, αν κάτι σας έλειπε από το True Grit.

Blow the Man Down (Bridget Savage Cole & Danielle Krudy, 2019)

Από τις πιο ενδιαφέρουσες ταινίες που είδαμε μέσα σε αυτήν την καταραμένη χρονιά, δίνοντας μια ξεχωριστά γυναικεία πνοή στο οικείο κοενικό ύφος. Επίσης, πολύ καλό χιούμορ.

Δείτε το αν σας αρέσει το: Miller’s Crossing, αλλά οι συμμορίες είναι όλες θείτσες. <3

Η Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς (Γιάννης Οικονομίδης, 2020)

Το δεύτερο +2 της λίστας, η τελευταία ταινία του Γιάννη Οικονομίδη που για πρώτη φορά αγκαλιάζει πλήρως το μαυροκωμικό του στοιχείο, καθιστώντας φουλ κοενικό το ντόμινο βίας που μοιραία ακολουθεί στην Ελληνική επαρχία.

Δείτε το αν σας αρέσει το: Miller’s Crossing, αλλά οι συμμορίες είναι όλες αθάνατες ελληνικές οικογένειες. <3

Best of internet