Quantcast

Πώς το Rocketman κατάφερε να πετύχει ακριβώς εκεί που τα σκάτωσε το Bohemian Rhapsody

Ο Dexter Fletcher ρέφαρε φουλ στην δεύτερη συνεχόμενη rock βιογραφία του

Σε κάποιον έμπειρο αναγνώστη ή αναγνώστρια αυτού εδώ του ιστότοπου, ίσως είναι ήδη γνωστό πως αντιπαθούμε τα μάλα δύο-τρία συγκεκριμένα πράγματα στα οποία επιδίδεται ανεξέλεγκτα και κατά κόρον το Hollywood των τελευταίων δεκαετιών. Το πρώτο είναι η νοσταλγική μανία με την οποία η pop κουλτούρα τρώει τις σάρκες της αναμασώντας τις ίδιες ιστορίες, πρόσωπα και σύμβολα προκειμένου να συνεχίσει να αναπαράγει με ασφάλεια τον εαυτό της. Το δεύτερο είναι η τάση όλο και περισσότερων ταινιών στο να φτιάχνουν δικά τους κινηματογραφικά σύμπαντα με sequels, prequels, spinoffs και reboots σε βαθμό που το καθιστά πλέον δύσκολο να απολαύσεις μια ταινία έτσι νέτα σκέτα, αυτοτελώς ρε παιδί μου, χωρίς να χρειαστεί μετά να διαβάσεις όλο το wiki page του franchise στο οποίο ανήκει. Και το τρίτο πράγμα που αντιπαθούμε, λοιπόν, είναι οι κλασικές κυριλέ χολιγουντιανές βιογραφίες.

Ας μείνουμε λίγο παραπάνω σ’ αυτό. Το Hollywood αγαπάει να παράγει με το κιλό prestigious βιογραφικά δράματα κι έπειτα να τα βραβεύει κιόλας, χτυπώντας επαινετικά τον εαυτό του στην πλάτη. Για παράδειγμα, από τις 90 ταινίες που έχουν κερδίσει Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, οι 17 ήταν βιογραφικές, ενώ αν το περιορίσουμε στα τελευταία 50 χρόνια, το ποσοστό φτάνει το 25%. Κι αν μετρήσουμε και τις υποψηφιότητες για καλύτερη ταινία, τότε ο αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος. Πέρσι 3 βιογραφικές-ιστορικές ταινίες ήταν υποψήφιες, πρόπερσι ξανά 3, ενώ το ’15 και το ’14 ήταν από 4. Όπως γράφαμε την τελευταία φορά που καταπιαστήκαμε εκτενώς με το φαινόμενο: «Σε έναν βαθμό, όλες αυτές οι παραγωγές μοιάζουν αρκετά μεταξύ τους ως το πώς προσεγγίζουν το θέμα τους και την κινηματογράφησή του. Ξεκινάνε συνήθως από μια αρκετά safe βάση οικειότητας με το πρόσωπο ή “επικαιρότητας” στο σήμερα. Από μια τέτοια εύκολη εκκίνηση, συνήθως μη-αμφιλεγόμενη, συχνότατα προχωράνε και σε μια εξίσου safe κινηματογραφική αισθητική, η οποία μοιάζει αλλεργική σε κάθε είδος φαντασίας ή καινοτομίας – ή έστω ένα παιχνίδισμα με το στυλ ρε παιδί μου. Όχι, το ύφος κυμαίνεται σταθερά ανάμεσα στο βλοσυρό και το μελοδραματικό, σαν να μην υπάρχει άλλο διαθέσιμο tone.»

Φυσικά, όλα τα παραπάνω αποτελούν συνήθως την πρώτη ύλη για άνευρες και, στην καλύτερη περίπτωση, απλώς ΟΚ ταινίες – αφού τείνουν να οδηγούν στην άκριτη αναπαραγωγή βεβαιοτήτων και κοινοτοπιών, στους συναισθηματικούς εκβιασμούς, στο στρογγύλεμα των γωνιών, στις αγιογραφίες ή τις μυθοποιήσεις, στην άνευρη αφήγηση που απλά παραθέτει συμβάντα χωρίς δραματικό κέντρο βάρους. Δυστυχώς, μια τέτοια περίπτωση ήταν και το περσινό Bohemian Rhapsody, η βιογραφική ταινία των Queen και του Freddie Mercury που βραβεύτηκε στα Όσκαρ και αγαπήθηκε από ένα μεγάλο μέρος του κοινού, καταφέρνοντας παράλληλα να μας χαρίσει μια από τις πιο αστεία μονταρισμένες σκηνές στην ιστορία του σινεμά.

Ήταν, λοιπόν, μια κακή ταινία το Bohemian Rhapsody; Όχι ακριβώς – δύσκολα το λες κακό. Ήταν εν γένει αξιοπρεπώς φτιαγμένο, με μια καλή κεντρική ερμηνεία από τον Rami Malek και με αδιαμφισβήτητα αριστουργηματική μουσική. Παρόλα αυτά, η ταινία είχε προβλήματα. Πέρα απ’ το ότι αφηγηματικά ήταν απλά το wiki page της μπάντας σε οπτικοποιημένη μορφή, το Bohemian Rhapsody αφενός δεν κατάφερε καν να χρησιμοποιήσει την μουσική των Queen ως κάτι περισσότερο από background music ή αναπαράσταση ζωντανών εμφανίσεων, κι αφετέρου κατόρθωσε να μετατρέψει έναν από τους πιο εκκωφαντικούς και συναρπαστικούς stars του 20ού αιώνα σε έναν vanilla χαρακτήρα μιας «ταινίας με μήνυμα» (sic). Τουλάχιστον το θετικό της υπόθεσης είναι ότι οι φήμες για διερεύνηση της πιθανότητας ενός sequel, κάτι που θα ενέτασσε το Bohemian Rhapsody σε 2 από τις 3 κατηγορίες που περιγράψαμε στην αρχή, αποδείχτηκαν μούφα.

Απ’ ό,τι φαίνεται, όμως, ο Dexter Fletcher, δηλαδή ο σκηνοθέτης που αντικατέστησε τον Bryan Singer στο Bohemian Rhapsody κατά τις τελευταίες βδομάδες των γυρισμάτων (όταν ο τελευταίος απολύθηκε έπειτα από νέες καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση ανηλίκων), είχε μέσα τους μια πολύ καλύτερη rock βιογραφική ταινία από εκείνη που κατέληξε να ολοκληρώνει πριν από δύο χρόνια. Πρόκειται για το Rocketman, το rock musical που βασίστηκε στην ζωή του Elton John και κυκλοφόρησε την περασμένη βδομάδα στις κινηματογραφικές αίθουσες. Χωρίς να είναι το ίδιο κάποια εξαιρετική ταινία, λοιπόν, το Rocketman πάτησε όλα εκείνα τα σωστά κουμπιά που απέτυχε να πατήσει το Bohemian Rhapsody. Πάμε να τα περάσουμε ένα χέρι επιγραμματικά:

Ήτανε μια fabulous extravaganza, μια φαντασμαγορία

Ευτυχώς, το Rocketman δεν φοβήθηκε την υπερβολή, το campiness και το kitsch. Αντί να παίξει με μια prestigious οπτική ταυτότητα που δεν αφήνει περιθώρια για πιο φαντασμαγορικά πράματα, ο Fletcher διάλεξε έναν πιο πολύχρωμο και φαντεζί δρόμο για την ταινία του. Δεν μιλάμε για κάτι ακραίο, αλλά για κάτι που τουλάχιστον οπτικά ταίριαζε με την φυσιογνωμία και την αισθητική του θέματος της ταινίας.

Χρησιμοποίησε τα τραγούδια ως μέρος της ιστορίας

Αντί να τα χρησιμοποιήσει απλώς ως μουσικό χαλί ή fan service, το Rocketman πήρε τα τραγούδια του Elton John κι έστησε γύρω τους μια ενίοτε σουρεαλιστική χορογραφία που τους έδινε ζωή μέσα από την αφήγηση της ιστορίας. Και βέβαια, η επιλογή να είναι musical η ταινία λειτούργησε σαφέστατα υπέρ της, αφού η εκτέλεση των musical numbers ήταν εξαιρετικά προσεγμένη και καλοδουλεμένη.

Ήταν ακατάλληλο για ανηλίκους

Όχι ότι φετιχοποιούμε το R-Rating, κάτι που ενίοτε συμβαίνει όταν ο κόσμος θεωρεί ότι χωρίς ακαταλληλότητα για ανηλίκους δεν μπορεί να φτιαχτεί «σοβαρή» ταινία, αλλά εδώ ήταν κάτι απαραίτητο δεδομένης της ιστορίας που ήθελε να διηγηθεί το Rocketman. Κι ήταν κάτι που το ήθελε με σιγουριά κι ο ίδιος ο Elton John, γεγονός που δείχνει πόσο μα πόσο λάθος ήταν το PG-13 Rating που είχε το Bohemian Rhapsody.

Απέφυγε να κάνει straightwashing

Δεν εννοούμε βέβαια ότι το Bohemian Rhapsody απέκρυψε την queer ταυτότητα του Freddie Mercury, αλλά κατά γενική ομολογία λείανε σε πολύ μεγάλο βαθμό την σεξουαλικότητα και την προσωπική ζωή του προκειμένου να διατηρήσει έναν χαρακτήρα «για όλη την οικογένεια» (κάτι στο οποίο συμφώνησαν κι οι παραγωγοί του Rocketman), οδηγώντας σε έναν Mercury τόσο vanilla που αποτελεί δύο φορές έγκλημα το γεγονός ότι δεν είδαμε ποτέ την έξαλλη εκδοχή του Bohemian Rhapsody που μας είχε υποσχεθεί ο Sacha Baron Cohen. Αντίθετα, το Rocketman αντιμετωπίζει πολύ πιο ευθέως την σεξουαλικότητα του Elton John, γνωρίζοντας πως δεν μπορείς να φτιάξεις ένα rock musical χωρίς καύλα.

Κατανόησε στοιχειωδώς τον ψυχικό και συναισθηματικό κόσμο του ήρωα

Εδώ είναι που εν τέλει κερδίζει το παιχνίδι το Rocketman. Όχι μόνο απέναντι στο Bohemian Rhapsody, αλλά και συνολικά ως μια καθ’ όλα αξιοπρεπής ταινία. Σίγουρα δεν είναι μια καινοτόμα βιογραφική προσέγγιση που μπαίνει στο πάνθεον των ταινιών που πειραματίστηκαν με το είδος, αλλά επιδεικνύει κοφτερό χιούμορ όπου χρειάζεται, συναισθηματική ωριμότητα όπου απαιτείται και οπτικο-ακουστική πανδαισία όπου αξίζει. Κυρίως, όμως, τόσο ο Taron Egerton που πρωταγωνιστεί όσοι κι οι Dexter Fletcher και Lee Hall που σκηνοθετούν και γράφουν αντίστοιχα δείχνουν να κατανοούν και να νοιάζονται αυθεντικά για τον κινηματογραφικό Elton John, αρκετά ώστε να του χαρίσουν μια αρκούντως σφαιρική, ώριμη και απολαυστική βιογραφία.

Best of internet