Quantcast
guide QA

Ο Παύλος Παυλίδης ηχογράφησε το “Δεσποινίς ” στο σαλόνι του παρέα με τους B-Movies

Aυτό το διάστημα τον βρίσκουμε να προετοιμάζει την πιο ομαδική δισκογραφική του δουλειά ενώ ολοκληρώνει το βιβλίο του


Μαρίτα Αλημίση · 22 Μαρτίου 2018

Όταν μερικές μέρες πριν άκουσα το καινούργιο κομμάτι του Παύλου Παυλίδη και των Β-movies, είχα μόλις ολοκληρώσει τις ερωτήσεις που σχεδίαζα να του κάνω στην προγραμματισμένη μας συνέντευξη. Χωρίς να έχω την παραμικρή ιδέα με ποιά απ’ όλες πρέπει να ξεκινήσω, προσπάθησα να τις βάλω σε μία σειρά και να αντιμετωπίσω ήρεμα το γεγονός ότι σύντομα θα συζητούσα από κοντά με έναν από τους ανθρώπους που καθόρισαν την ελληνόφωνη ροκ σκηνή.

«Οι πράκτορες του χάους», ένας στίχος από το φρέσκο Δεσποινίς -ο οποίος μου ακούστηκε εξ’ αρχής ποιητικός και πολιτικός ταυτόχρονα- ήταν αυτός που με έβγαλε τελικά απ’ την δύσκολη θέση. Αποφάσισα, λοιπόν, ότι πρώτα απ’ όλα θα τον ρωτούσα σε ποιούς ακριβώς αναφέρεται, μήπως καταφέρω έτσι να καταλάβω έστω κάτι μικρό από τον ιδιοφυή στιχουργικά κόσμο του.

Οι πράκτορες είναι ακριβώς αυτοί που δεν μπορούμε να τους αποκαλύψουμε οπότε καταλαβαίνεις πως θα ήταν κρίμα να τους προδώσω εγώ τώρα.

Αυτή ήταν η ειλικρινής απάντηση που έλαβα μόλις του έκανα την ερώτηση, την οποία αυτομάτως ακολούθησαν γέλια απ’ την πλευρά μου και μια εύλογη απορία από την δική του.

Τι, αυτή είναι η ερώτηση; Λοιπόν, η αλήθεια είναι πως στην εφηβεία μου είχα διαβάσει ένα βιβλίο επιστημονικής φαντασίας του Σπίνραντ που λεγόταν “Οι πράκτορες του χάους”. Δεν έχει και τόσο σχέση νοηματικά με το τραγούδι όμως αισθανόμουν ότι σε μια διαστημική εποχή -έτσι όπως φανταζόμουν τότε το 2018, δηλαδή- η φράση αυτή θα ταίριαζε περισσότερο απ’ οποιαδήποτε άλλη.

Κατά τα άλλα, το “Δεσποινίς” σίγουρα πρόκειται και για ένα πολιτικό τραγούδι. Περισσότερο απ’ όλα, όμως, περιγράφει το πως έχω βιώσει εγώ προσωπικά κάποια στιγμιότυπα στην Αθήνα των τελευταίων ετών. Είναι, επίσης, το πρώτο από τα τρία singles που αποτελούν τον προάγγελο του καινούργιου μας δίσκου με τους Β-Μovies. Τα άλλα δύο θα κυκλοφορήσουν μέσα στο επόμενο διάστημα και αν είμαστε έτοιμοι, ολόκληρος ο δίσκος θα κυκλοφορήσει στις αρχές του καλοκαιριού.

Μόλις άκουσα απ’ τον ίδιο για τον καινούργιο του δίσκο, ενθουσιάστηκα αν και το είχα ήδη κάπου διαβάσει. Ο Παύλος Παυλίδης καταφέρνει πάντοτε να επανεφευρίσκει τον εαυτό του και να διοχετεύει το πηγαίο ταλέντο του σε γνώριμα μουσικά μονοπάτια που όμως δείχνουν επακριβώς σε ποιό σημείο της πορείας του βρίσκεται κάθε φορά.

Το υλικό γι αυτό τον δίσκο μαζεύτηκε αστραπιαία. Το μεγαλύτερο μέρος του στην ουσία ηχογραφήθηκε στο σαλόνι του σπιτιού μου, εδώ δηλαδή που καθόμαστε τώρα. Απλώς “τακτοποιούσαμε” κάποιες ιδέες μου παρέα με τους Β-movies για να δούμε κατά πόσο μπορούν να μετουσιωθούν σε τραγούδια. Τελικά, μέσα από όλο αυτό προέκυψε αβίαστα ένας ολόκληρος δίσκος.

Βρισκόμαστε στο σπίτι-στούντιο στη Νέα Σμύρνη όπου μένει τα τελευταία χρόνια. Ένα ισόγειο με κήπο και πίνακες ζωγραφικής στους περισσότερους τοίχους του. 

Σ’ αυτό τον χώρο, βέβαια, δεν μπορούσαμε να γράψουμε τύμπανα γιατί δεν υπάρχει η ανάλογη υποδομή κι όμως το γεγονός αυτό, χωρίς να το καταλάβουμε, μας οδήγησε σε ένα τελείως διαφορετικό στήσιμο καθώς και σε ένα ηχητικό τοπίο πολύ πιο ενδιαφέρον από αυτό που αρχικά φανταζόμασταν. Έτσι, κρατήσαμε τα takes και με πολύ λίγα edit και overdubs, προχωρήσαμε σ’ αυτόν τον δρόμο. Η όλη διαδικασία λειτούργησε πολύ συλλογικά αυτή την φορά, σχεδόν αυτοσχεδιαστικά και είναι σαφώς η πιο ομαδική δισκογραφική δουλειά που έχω συμμετάσχει μέχρι σήμερα.

Αναρωτιέμαι αν γράφει μουσική και στίχο παράλληλα ή αν έχει κάποιον άλλο δικό του τρόπο να μετουσιώνει σε τραγούδι την έμπνευσή του.

Αυτή είναι μια ερώτηση την οποία ακούω συχνά και η απάντηση είναι πως ναι, συνήθως γίνεται παράλληλα. Ωστόσο, στον συγκεκριμένο δίσκο λειτούργησε και κάτι ακόμα ανατρεπτικά σε σχέση με το πως δούλευα όλα τα προηγούμενα χρόνια. Πολύ καιρό τώρα έχω στα σκαριά ένα βιβλίο για το οποίο κάθε φορά λέω ότι φέτος θα εκδοθεί και τελικά ποτέ δεν εκδίδεται. Περιέχει μερικά από τα μέχρι τώρα τραγούδια μου καθώς και ποιήματα που έχω γράψει όλα αυτά τα χρόνια και θα ήθελα να υπάρχουν κάπου συγκεντρωμένα.

Πολλά κομμάτια του καινούργιου δίσκου, μέσα σ’ αυτά και το «Δεσποινίς» ξεπήδησαν από εκεί. Μέσα από τον φάκελο, δηλαδή, που βρίσκονται προς το παρόν. Γι αυτό και στα κουπλέ του κομματιού είναι πολύ πιο ελεύθερη η φόρμα, κάτι που υπήρξε για ‘μένα απελευθερωτικό και αρκετά καινούργιο ταυτόχρονα.

 Τον ρωτάω αν τελικά θα εκδοθεί φέτος το βιβλίο του.  

Νομίζω πως επιτέλους ήρθε η ώρα του οπότε προς το καλοκαίρι ελπίζω να τα καταφέρω.

Του ζητάω να μου αποκαλύψει ένα ερωτικό τραγούδι που έχει γράψει όλα αυτά τα χρόνια ενώ υπήρξε ο ίδιος ερωτευμένος την στιγμή της σύνθεσης του.

Αν ήμουν αρκετά αγενής θα σου έλεγα να μη σε νοιάζει. Αλλά θα προσπαθήσω να μην είμαι οπότε απλά δεν θα απαντήσω σ’ αυτή την ερώτηση.

Γελάμε (εγώ στεναχωριέμαι λίγο που δεν απαντάει). Μου λέει πόσο συγκινητικά πέρασε στην πρόσφατη περιοδεία του στο εξωτερικό. Μου μιλά για τους φίλους που συνάντησε εκεί και που είχε να τους δει χρόνια, για τις βόλτες στις Βρυξέλλες, για την ιδιαίτερη φόρτιση που είχε η βραδιά στο live του Λονδίνου.

Του λέω πως στις τελευταίες δισκογραφικές του δουλειές μου φαίνεται πιο κατασταλαγμένος, πιο ήρεμος. Σαν να έχει “ζουμάρει” δημιουργικά στις ανθρώπινες σχέσεις για να μπορέσει έτσι με την ησυχία του να τακτοποιήσει ανοιχτά θέματα μέσα του.

Στ’ αλήθεια δεν πιστεύω ότι τακτοποιώντας τον κόσμο μέσα σου, καταλήγεις σε κάποιο θαύμα. Σκαλίζοντάς τον, ναι. Εξάλλου, έχω ‘πει πολλές φορές και το πιστεύω πραγματικά πως άμα μπει τάξη στο χάος μου, θα σταματήσω να ασχολούμαι δια παντός με τον στίχο και την μουσική. Σκέψου ας πούμε τα σύννεφα. Ενώ κινούνται χαοτικά, σχηματίζουν μορφές στις οποίες εσύ ξεχωρίζεις έναν άγγελο και κάποιος άλλος έναν δαίμονα.

Κάπως έτσι λειτουργεί για ‘μένα και η έμπνευση. Διαλέγω από τα σύννεφα αυτό που μου ταιριάζει. Αφήνοντας το βλέμμα μου να πέφτει στο χάος, ανακαλύπτω σχήματα που αν προσπαθούσα να τα σκεφτώ με την λογική, δεν θα τα κατάφερνα ποτέ. Τουλάχιστον όχι καλά.

Ρωτάω να μάθω την γνώμη του για το χάος στην πολιτική σκηνή και για την πολιτιστική αφωνία των ημερών μας.

Αρχικά δεν πιστεύω ότι σήμερα ζούμε ένα πολιτικό χάος. Νομίζω ότι είναι τόσο δρομολογημένα όλα σε πολιτικό επίπεδο παγκοσμίως που τις τελευταίες δύο δεκαετίες τα πάντα κινούνται προς μία πολύ συγκεκριμένη κατεύθυνση. Επιπλέον, εμένα δεν μου λείπει ακόμα μία διατυπωμένη άποψη ενός καλλιτέχνη. Μου λείπει καλλιτεχνικό έργο, καινούργιες προτάσεις που να κάνουν την ψυχή μου να φτερουγίσει. Όχι, φυσικά, πως δεν συμβαίνουν δημιουργικά πράγματα, δεν λέω καθόλου αυτό.

Η δημοσιογραφική σκαπάνη, όμως, μοιάζει να αδυνατεί να ανακαλύψει και να βγάλει προς τα έξω τη νέα σκηνή. Δεν αποκλείεται αυτή την στιγμή να ανθεί το ελληνικό τραγούδι υπογείως ενώ αντιθέτως παρακμάζει η μουσική δημοσιογραφία.

Υπάρχουν εξαιρετικές μπάντες που έχουν μεγάλο κοινό, οι συναυλίες τους γεμίζουν με κόσμο, κι όμως βρίσκονται στην ραδιοφωνική αφάνεια. Τώρα τελευταία ας πούμε έχω ανακαλύψει τους Phonotribe οι οποίοι μου αρέσουν πολύ και μουσικά και στιχουργικά. Επίσης, το Σάββατο που έρχεται θα παίξουμε με τους Σούπερ Στέρεο που νομίζω πως κάνουν σπουδαία τραγούδια. Παρόλα αυτά μου λείπουν κι εκείνα τα κομμάτια που θα καταφέρουν να ενώσουν περισσότερες ομάδες ανθρώπων. Όπως συνέβαινε την δεκαετία του ’60 και του ’70 όπου η pop της εποχής, με την έννοια του popular, έφτανε από τον Χατζιδάκι μέχρι τον Τσιτσάνη. Μάλλον εκεί είναι που υπάρχει το έλλειμμα σήμερα.

Μην ξεχνάμε πως εξακολουθούμε να ζούμε την πολιτιστική κατρακύλα μέσω της τηλεόρασης. Κάπου στις αρχές των 90s είχα την ψευδαίσθηση ότι αυτό είναι το όριο, δεν μπορεί να πάει πιο κάτω. Τώρα πια συνειδητοποιώ ότι μπορεί και μάλιστα ολοένα και περισσότερο.

Τι άλλο του αρέσει να κάνει εκτός απ’ το να γράφει μουσική; Διαβάζει; Προφανώς. Του αρέσει ο κινηματογράφος; 

Διαβάζω, ναι. Οι ταινίες από την άλλη ήταν πάντοτε ένα εξίσου σημαντικό κομμάτι για ‘μένα. Μια ταινία μπορεί να στρέψει το βλέμμα μου προς μια κατεύθυνση πολύ κρίσιμη για την μουσική μου. Μπορώ να ‘πω, μάλιστα, πως περισσότερο απ’ ο, τιδήποτε άλλο έχω επηρεαστεί στην ζωή και στην γραφή μου από τις ατμόσφαιρες που είχαν κάποιες ταινίες, από τον τρόπο της αφήγησης που είχε το σενάριό τους, από το ύφος των διαλόγων τους. Υπάρχουν σενάρια που κυριολεκτικά είναι μακροσκελή ποιήματα κι αυτό είναι ένα από τα βασικά πράγματα που απολαμβάνω στο σινεμά. ‘Οταν από μια ταινία δεν περισσεύει ούτε μία φράση αλλά ούτε λείπει και καμία. Τότε αισθάνομαι ότι βλέπω σπουδαίο σινεμά, δεν μου αρκεί το εικαστικό κομμάτι που μπορεί να είναι κι αυτό συγκλονιστικό, φυσικά.

Προς το τέλος της κουβέντας μας μαθαίνω για μια περίοδο της ζωής του που πάντα γοήτευε το κοινό του. Για τα χρόνια στο Παρίσι του ’90 και όλες εκείνες τις ζυμώσεις που συνέβησαν λίγο πριν δημιουργήσει τα Ξύλινα Σπαθιά.

Το ταξίδι μου στο Παρίσι ήταν κυριολεκτικά σαν να πηδάς με την πλάτη από έναν γκρεμό και να εμφανίζεται το χέρι του θεού τελευταία στιγμή για να σε σώσει. Έζησα τόσο έντονα και μαγικά εκείνη την περίοδο, που ακόμα και τώρα δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι τα πράγματα συνέβησαν όπως τα θυμάμαι. Ταυτόχρονα με όλα, εκεί πρωτοξεκίνησε και μια δυνατή φιλία 30 χρόνων. Για ‘μένα το χέρι του θεού στην προκειμένη περίπτωση ήταν ο Νίκος Καντάρης με τον οποίο πλέον συναντιέμαι σπάνια αλλά εξακολουθεί να είναι εκείνος ο «μάγος» που μου άλλαξε την ζωή.

Μιλάμε για τις διάφορες δουλειές που έκανε εκεί, μία από τις οποίες ήταν να παίζει ρεμπέτικα και λαϊκά τραγούδια σε ελληνικά μαγαζιά ενώ δίπλα του έσπαγαν πιάτα. Τότε, μου λέει, που κλήθηκε να τα παίξει συνειδητοποίησε πλήρως το μέγεθος αυτών των τραγουδιών.

Επίσης, η παγκόσμια επιτυχία των Mano Negra η οποία έπαιζε ως είδηση στην γαλλική τηλεόραση, το παραληρηματικό κοινό που την συνόδευε, το κλίμα που δημιουργούσε στην πόλη το dub -ένας αρκετά αλλιώτικος τότε για μένα ήχος- και σαφώς η έκρηξη της techno που εκείνη την εποχή υπήρξε ακραία σε όλα τα επίπεδα είναι μερικές ακόμα συμπτώσεις που συνέβησαν όλες μαζί εκεί και με επηρέασαν βαθιά, μουσικά καθώς και βιωματικά.

Σ’ αυτό το σημείο μου αναφέρει πως αυτά τα πράγματα  καλό θα ήταν να τα γράψω καθώς είναι σημαντικά για ‘κείνον. Τον ρωτάω γιατί γύρισε πίσω στην Ελλάδα.

Από το Παρίσι γύρισα ακριβώς για να κάνω τα Ξύλινα Σπαθιά. Ήθελα να δημιουργήσω μία μπάντα και να παίξουμε όλα αυτά τα κομμάτια που έγραφα επί 3 χρόνια εκεί. Ήταν πολύ συνειδητό το τι έκανα έξω όπως και το γιατί γύρισα πίσω. Δεν πήγα να σπουδάσω, είχα απαρνηθεί τις σπουδές και τα προνόμιά τους αρκετά νωρίς. Έφυγα για να μην πεθάνω στην Θεσσαλονίκη αφού στο τέλος της δεκαετίας του ’80 άρχισε πραγματικά μια ακραία περίοδος για ‘μένα στην πόλη.

Δεν κλείνω την συζήτησή μας με μια ακόμη ερώτηση για τα νεανικά του χρόνια στην Ξεσσαλονίκη αλλά τον ρωτάω αν θέλει να μοιραστεί κάτι που διδάχθηκε απ’ αυτά, με τους νέους καλλιτέχνες.

Η καλύτερη συμβουλή για τους νέους γενικότερα είναι να σταματήσουν να ακούνε συμβουλές από ηλικιωμένους κυρίους σαν εμένα… Χρειαζόμαστε μία νεολαία απέιθαρχη και ανήσυχη και καλό είναι να ακούμε εμείς τις συμβουλές τις.

*Ο Παύλος Παυλίδης και οι Β-Μovies θα εμφανιστούν το Σάββατο 24 Μαρτίου στο Piraeus 117 Academy

Best of internet