[break height=50] Η σκανδαλοθηρία, οι αμφιλεγόμενες δηλώσεις και το πολιτικό παρασκήνιο κυλούσαν πάντα στις φλέβες του φεστιβάλ των Καννών. Από την topless εμφάνιση της Simone Silva to 1954 και την απέλπιδα προσπάθεια του ισπανού δικτάτορα Φράνκο να αποσύρει την Viridiana του Bunuel από το φεστιβάλ το 1961, μέχρι τα καραγκιοζιλίκια του Τρίερ το 2011 με τις δηλώσεις περί ναζισμού και την απαράδεκτη απομάκρυνση των γυναικών που εμφανίστηκαν χωρίς ψηλά τακούνια στο κόκκινο χαλί το 2015, οι Κάννες αποτελούν ένα παραδοσιακό σημείο συνάντησης μεταξύ κινηματογράφου, star system, πολιτικής και σκανδάλου. Ήδη φέτος το πράγμα ξεκίνησε νωρίς με το photoshop-άρισμα της Claudia Cardinale για την αφίσα του φεστιβάλ, ενώ ο Χρυσός Φοίνικας την Κυριακή απονεμήθηκε στο σουηδικό The Square του Ruben Östlund, μια σάτιρα του καλλιτεχνικού κόσμου, την οποία ο πρόεδρος της επιτροπής Pedro Almodovar χαρακτήρισε ως μια ταινία “ενάντια στην δικτατορία της πολιτικής ορθότητας”. Παράλληλα, σε νέα εγχώριου ενδιαφέροντος, ήδη συζητήθηκαν πολύ οι μικτές αντιδράσεις και η επακόλουθη βράβευση σεναρίου για την νέα ταινία των Λάνθιμου-Φιλίππου, The Killing of a Sacred Deer. Παρ’ όλα αυτά, το πιο ενδιαφέρον και λιγότερο φανταχτερό ζήτημα απ’ αυτά που απασχόλησαν την φετινή διοργάνωση ήταν μάλλον η παρουσία του Netflix στις Κάννες. Αλήθεια, τι δουλειά έχει μια online streaming υπηρεσία σε ένα καταξιωμένο κινηματογραφικό φεστιβάλ; [break height=50] [break height=50] Τα πράγματα, συνοπτικά, έχουν ως εξής: φέτος δύο ταινίες παραγωγής και διανομής του Netflix (The Meyerowitz Stories του Noah Baumbach και Okja του Bong Joon-ho) εισήχθησαν στο διαγωνιστικό τμήμα των Καννών, παρά τις αντιδράσεις της ένωσης ιδιοκτητών κινηματογραφικών αιθουσών της Γαλλίας, η οποία επέμενε πως δεν πρόκειται για κινηματογραφικά προϊόντα. Επιπλέον, η γαλλική νομοθεσία προβλέπει ότι θα πρέπει να μεσολαβήσουν 3 χρόνια ανάμεσα στην κυκλοφορία μιας ταινίας στις κινηματογραφικές αίθουσες και την online προβολή της. Από την άλλη, ως γνωστόν, η πολιτική του Netflix βρίσκεται στην αντίπερα όχθη, καθώς το Okja ήδη έχει λάβει ημερομηνία κυκλοφορίας στην online πλατφόρμα για τις 28 Ιουνίου. Αναμενόμενο ήταν, έπειτα, να ακολουθήσει πόλεμος δηλώσεων από τα διάφορα εμπλεκόμενα μέρη της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Από την μία πλευρά, αιθουσάρχες ωρύονται για το μέλλον της κινηματογραφικής διανομής, εκφράζοντας παράλληλα την ανησυχία τους και για το ίδιο το σινεμά ως μορφή τέχνης, ενώ ο Almodovar δήλωσε πώς ο Χρυσός Φοίνικας δεν θα έπρεπε να απονέμεται σε ταινίες που δεν έχουν προβληθεί στις αίθουσες. Από την άλλη, τα στελέχη του Netflix καταφέρονταν εναντίον του πολιτιστικού κατεστημένου που “τους χτυπάει”, ενώ την πλατφόρμα έσπευσαν να υποστηρίξουν οι συντελεστές των δύο ταινιών, ο συμμετέχων στην φετινή επιτροπή Will Smith και ο σκηνοθέτης Roman Polanski. [break height=50] [break height=50] Το σκάνδαλο Netflix έχει ήδη συζητηθεί ευρέως στον διεθνή τύπο ως ένα ζήτημα που συμπυκνώνει την σύγκρουση μεταξύ δύο κόσμων, δύο επιχειρηματικών μοντέλων, δύο νομικών συστημάτων, δύο μορφών κινηματογραφικής κουλτούρας και εμπειρίας. Στην άκαμπτη πρωτοκαθεδρία των παραδοσιακών δικτύων παραγωγής και διανομής αντιπαραβάλλεται η ευελιξία του online streaming. Στην αυστηρή γαλλική νομοθεσία περί κινηματογράφου αντιπαραβάλλεται η αμερικάνικη χαλαρότητα. Στην συλλογική τελετουργία της κινηματογραφικής προβολής αντιπαραβάλλεται η εξατομικευμένη εμπειρία της άνεσης του σπιτιού. Η αλήθεια είναι ότι αυτή η πόλωση φωτίζει αρκετές πλευρές του ζητήματος, αλλά στην πραγματικότητα συσκοτίζει άλλες τόσες. Το φόντο όλης αυτής της ιστορίας είναι πως πρόκειται για μια βιομηχανία σε κρίση, η οποία βρίσκεται σε διαδικασία μετασχηματισμού του εαυτού της. Το βασικότερο που πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας είναι ότι η ιστορία του σινεμά αποτελεί επίσης μια κοινωνική, πολιτική και τεχνολογική ιστορία γεμάτη συγκρούσεις, ρήξεις, ασυνέχειες και αλλαγές παραδειγμάτων – κι επομένως το τι ορίζεται ως κινηματογραφική παραγωγή και κινηματογραφική εμπειρία είναι κάτι που έχει αναθεωρηθεί επανειλημμένα στο παρελθόν. Η μετάβαση από τον βωβό στον ομιλούντα κινηματογράφο στα τέλη της δεκαετίας του ’20 άνοιξε πλήθος ζητημάτων και κάθε άλλο παρά ομαλή ήταν. Αντίστοιχα, ο καθορισμός του νομικού πλαισίου μέσα στο οποίο παράγεται το κινηματογραφικό έργο, και ειδικά αυτού που αφορά την πνευματική ιδιοκτησία και την διανομή, περιείχε αμέτρητες επιχειρηματικές, πολιτικές, έως και γκανγκστερικές συγκρούσεις – για να μην αναφερθούμε καν στο ζήτημα του ρυθμιστικού πλαισίου που αφορά το περιεχόμενο των ταινιών, την λογοκρισία και την “καταλληλότητά” τους για τα ακροατήρια. [break height=50] [break height=50] Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι η κινηματογραφική αίθουσα είναι το παρελθόν και το Netflix ή το Amazon είναι το μέλλον. Η πραγματικότητα είναι σίγουρα πιο πολύπλοκη, και προς το παρόν μπορούμε απλά να εντοπίσουμε τάσεις που δείχνουν προς ανακατατάξεις. Τα κέρδη των μεγάλων studio μειώνονται και τα μικρά σινεμά κλείνουν, ενώ ο κόσμος έχει όλο και μικρότερη δυνατότητα να πληρώσει εισιτήριο για μια κινηματογραφική αίθουσα. Παράλληλα, οι πλατφόρμες online streaming έρχονται να απαντήσουν στην στροφή προς την εξατομικευμένη ψυχαγωγία και να συνοδεύσουν το νομικό στραγγαλισμό του downloading, το οποίο εδώ και χρόνια έδινε την δυνατότητα σε αμέτρητους ανθρώπους να φτιάξουν έναν διαφορετικό τύπο κινηματογραφικής εμπειρίας. Κάθε τέτοια εποχή αλλαγών αντιμετωπίζεται συχνά με πανικό ως φυσική καταστροφή που δεν αφήνει τίποτα όρθιο και απειλεί ό,τι γνωρίζαμε μέχρι τώρα. Ο κινηματογράφος αποτελεί αδιαχώριστα μια ιστορική μορφή τέχνης και μια μαζική κοινωνική εμπειρία. Το μέλλον του, επομένως, δεν μπορεί να προβλεφθεί και δεν μπορεί να διαχωριστεί ούτε από την επιθυμία των δημιουργών ούτε από τις κοινωνικές ανάγκες που καλύπτει. Το φετινό σκάνδαλο των Καννών με τα ερωτήματα γύρω από το πώς παράγεται, πώς διανέμεται και πώς καταναλώνεται ένα κινηματογραφικό έργο, είναι, ίσως, μια ματιά μέσα από την κλειδαρότρυπα αυτού του μέλλοντος.