http://vimeo.com/56340075 “Πιστεύω ότι η γλώσσα μας είναι ταπεινωμένη. Αδυνατεί πια να περιγράψει τον κόσμο στον οποίον ζούμε.” Στην αρχή ήταν η φύση. Χωρίς εγγενές νόημα, χωρίς κώδικες, χωρίς χάρτες, χωρίς σκοπό. Ύστερα απ’ τα σπλάχνα της ήρθε ο άνθρωπος με λόγο, εργαλεία, πολιτισμό και στόχους. Για πολλά χρόνια, περιπλανιόταν έρμαιο των στοιχείων της: οι κινήσεις των αστεριών σηματοδοτούσαν την πάροδο του χρόνου, ο καιρός καθόριζε την κινητικότητα, η πλοήγηση στη θάλασσα – στο ανώτερο σημείο – βασιζόταν στην επιτυχία του αστρολάβου. Χιλιάδες χρόνια μετά, η φύση έχει πια γίνει αντικείμενο της επιστήμης του ανθρώπου. Οι θάλασσες γίνονται κατανοητές μέσα από χάρτες εμπορικών γραμμών και κοιτασμάτων, η γη είναι ένας κώδικας αξιοποιήσημων και μη εδαφών και το κλίμα βασίζεται πια στη βιομηχανική όρεξη του ανθρώπου. Η φύση στο σύνολό της είναι εξορθολογισμένη: διακρίνεται σε εξοχή και σε οικισμούς, μεγάλους ή μικρούς, και το εξοχικό κομμάτι της υπάρχει μόνο μέσα από νοηματοδοτήσεις. Όταν λέμε φύση δεν σκεφτόμαστε κάτι γυμνό που ζούσε πριν το ανθρώπινο είδος το χαρτογραφήσει, το κωδικοποιήσει και το θέσει υπό τον έλεγχό του: σκεφτόμαστε παραλίες με σκοπό τα μπάνια, βουνά με σκοπό την πεζοπορία, τοπία με σκοπό τις καρτ ποστάλ. Το Koyaanisqatsi δεν έχει τέτοιους κώδικες, δεν έχει πλοκή, δεν έχει διαλόγους και δεν έχει καθορισμούς. Αποτελεί μία συρραφή σκηνών σε αργές ταχύτητες, μία οπτική τέρψη χωρίς κάποιο πρότερο νόημα. Η τυχαιότητα του φυσικού τοπίου και η ανθρώπινη δραστηριότητα παρέρχονται σε αργή κίνηση, εναγκαλισμένες, σώμα δίχως όργανα, άνευ έλλογης λειτουργίας. Είναι θραύσματα του υπαρκτού, συγκολλημένα ώστε να αποτελούν ένα ποίημα με δισεκατομμύρια πιθανών αναγνώσεων. Κάθε θεατής υποχρεούται να σχηματίσει δικό του ερμηνευτικό σύστημα, καθώς, αντίθετα με τις συνήθειες του κινηματογράφου, η ταινία αποφεύγει κάθε πιθανή αφήγηση. Και η “γύμνια” του κόσμου στο Koyaanisqatsi δεν υπάρχει επειδή ο δημιουργός Godfrey Reggio αποφεύγει τους κώδικες· υπάρχει επειδή τους επιτίθεται για να τους καταργήσει και να αφήσει χώρο για τον σχηματισμό νέων γλωσσών κατανόησης, όπως έκαναν άλλωστε και οι άνθρωποι των οποίων το έργο, σύμφωνα με τα credits, χάρισε την έμπνευση στον Godfrey Reggio: ο Γκυ Ντεμπόρ, ο Ζακ Ελλύλ και ο Ίβαν Ίλιτς. Στο μεσοδιάστημα, δεν είναι μια ταινία που βλέπεται, ακολουθώντας ένα μυθιστόρημα, αλλά μία εμπειρία που βιώνεται μέσα απ’ την οπτικοακουστική καθήλωση. Ένα πράγμα, δε, στο οποίο θα συμφωνήσουν όλοι όσοι θα ζήσουν την ταινία, είναι η ανείπωτη ομορφιά των εικόνων. Είτε πρόκειται για αμμόλοφους και ποτάμια ή για αεροπλάνα και ουρανοξύστες, η ροή του Koyaanisqatsi (σε συνδυασμό πάντα με τον μαγική μινιμαλιστική μουσική του Philip Glass) είναι μία άναρχη περιπλάνηση στην καλλιμορφία του σύμπαντος, στο σύμπλεγμα ιστορίας, πράξης και αγνώστου. Η ταινία συγκλονίζει και ευφραίνει, χαρίζοντας μία κατάσταση που σπάνια αναπαράγει η έβδομη τέχνη. Είναι ένα μοναδικό αριστούργημα. Αξίζει διπλά σε καλή ποιότητα εικόνας.