Όπως ήταν αναμενόμενο, ο δημόσιος διάλογος από το βράδυ ακόμη της Παρασκευής, στις 22 του μήνα, περιστρέφεται γύρω από το ΓΤΚ, τον τέταρτο δίσκο του ΛΕΞ. Ένας δημόσιος διάλογος όμως που δεν περιορίζεται στις παρέες των χιπχοπάδων ή στη βιόσφαιρα των κοινωνικών δικτύων, αλλά έχει μεταφερθεί σε κάθε δημοσιογραφικό μέσο όπου δεκάδες συνάδελφοι προσφέρουν τη δική τους προσέγγιση τόσο αναφορικά με το δίσκο, όσο και για τον ίδιο τον ΛΕΞ. Παρότι το γεγονός αυτό από μόνο του μαρτυρά πάρα πολλά, καλό είναι να αναλύσουμε πιο συγκεκριμένα ορισμένα σημεία. Το ΓΤΚ είναι ο δίσκος που ο ΛΕΞ επιτέλους κάνει τον απολογισμό του. Όταν το 2014 άρχισε να διαδίδεται το ΤΚΠ δειλά δειλά, προτού η δυναμική του τα σαρώσει όλα με παλιρροϊκό τρόπο, βρεθήκαμε όλοι προ εκπλήξεως. Μολονότι από το δεύτερο πρότζεκτ των Ανάποδων Καπέλων, το Film Noir, είχαμε πάρει ψήγματα της νέας στιχουργικής κατεύθυνσης του ΛΕΞ και του κλίματος που επιχειρούσε να δημιουργήσει, η τρομερή ωρίμανση της κινηματογραφικής αφηγηματικής του προσέγγισης στο ΤΚΠ ήταν σχεδόν πρωτόγνωρη συγκριτικά με οτιδήποτε άλλο έπαιζε στην τότε ελληνική ραπ σκηνή (ή τουλάχιστον, για να είμαστε δίκαιοι, στο μεγαλύτερο κομμάτι της, καθώς λίγα χρόνια νωρίτερα είχαμε και την κυκλοφορία του Αόρατου Θιάσου). Τα επόμενα χρόνια αυτή η ωρίμανση που παρατηρήθηκε στο ΤΚΠ, δίσκο με το δίσκο, σμιλευόταν όλο και περισσότερο, σαν το αέναο ντραγκονμπολικό power scaling, όπου φτάσαμε στον φετινό ΛΕΞ του Autonomous Ultra Instinct. Ο ΛΕΞ λοιπόν τα έβαλε κάτω, αναμετρήθηκε με τον εαυτό του και ζύγισε όσα έχει καταφέρει. Το ΓΤΚ για πρώτη φορά αφήνει τις ισορροπίες στην άκρη. Παρότι μιλάμε για ένα μουσικό loveletter στα ραπ του 2000, το production του δίσκου παίρνει το ρόλο ενός πέπλου ώστε τα κατά βάση piano based beats να χτίσουν μια απόκοσμη ατμόσφαιρα, πάνω στην οποία ο ΛΕΞ θα ξεδιπλώσει τη ροή του. Ενώ σε μια πρώτη ανάγνωση η θεματολογία είναι γνωστή, οφείλουμε να σταθούμε σε δύο σημεία. Ο θεματολογικός πλουραλισμός δεν είναι προϋπόθεση για την αξιολόγηση ενός δίσκου. Από την πρώτη δισκογραφική εμφάνιση του ραπ μέχρι σήμερα έχουν αναλυθεί τα πάντα. Το ζητούμενο δεν είναι ο ράπερ να μη λέει τα ίδια, αλλά να μη τα λέει με τον ίδιο τρόπο. Εκεί έγκειται η εφευρετικότητα, την οποία δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί στον ΛΕΞ. Το δεύτερο σημείο είναι πως ο ΛΕΞ έχει πάρει ξεκάθαρη θέση από ποια σκοπιά ραπαρει. Το “αυτό είναι ραπ για τον λαό” που λέει στο Graffiti δεν είναι μια αμελητέα δήλωση. Τουναντίον, έρχεται σε πλήρη σύμπνοια με τον τίτλο του δίσκου. Για Την Κουλτούρα. Και αυτή είναι μια κουλτούρα που αν της στερηθεί η γηγενής λαϊκότητα, θα μείνει ένα άψυχο κουφάρι που δε θα στέκονται επάνω του ούτε τα chains. Όσοι εμμένουν να μιλάνε για χιπ χοπ κουλτούρα στο 2024 δεν είναι απλώς Κολλημένοι. Το χιπ χοπ, στην πεντηκοστή δεκαετία ζωής του πλέον, είναι το μεγαλύτερο λαϊκό φαινόμενο που έχει γνωρίσει ο πλανήτης. Είναι προϊόν του καθεστώτος εξαίρεσης, του συστημικού ρατσισμού, της γκετοποιήσης, των λαϊκών τάξεων που μέσα από τη μίξη των breaks της funk γέννησαν την πιο ανθρώπινη, την πιο αληθινή, την πιο ατόφια κουλτούρα της σύγχρονης ζωής. Το χιπ χοπ είναι λαϊκό, αλλά όχι εσωστρεφές. Ποτέ δεν ήταν. Έχει καταφέρει να γίνει ένας επικοινωνιακός κώδικας ικανός να συνδέσει τα παιδιά που μεγαλώνουν στις εργατικές του O’ Block στο Σικάγο, με αυτά των προαστίων του Beverly Hills. Γιατί είναι σημαντική όμως η δήλωση Για Την Κουλτούρα, ειδικά στο 2024; Γιατί το ραπ δικάζεται. Ο κοινωνικός αυτοματισμός που συντελείται με εφαλτήριο τους “τράπερς”, η κριτική συστημικών δημοσιογράφων στις λαοθάλασσες που γεμίζουν γήπεδα για ραπ συναυλίες, η ανάγνωση ραπ στίχων από το βήμα της Βουλής με τόνο μιαρό και απαξιωτικό δεν είναι meme. Είναι μια καλά ενορχηστρωμένη κατασταλτική πολιτική απέναντι στον λαϊκό χαρακτήρα της χιπ χοπ κουλτούρας. “Μεταξύ μας δεν νικιέται η αλήθεια” έλεγε ο ΛΕΞ στο Όχι Σήμερα. Και το ραπ πάντα μιλούσε την αλήθεια. Το γεγονός του πόσο ακραία λαοφιλές, ειδικά στις νεαρότερες ηλικίες, είναι πλέον το ραπ, το ότι ραπερς δημιουργούν τις δικές τους εταιρείες, παιδιά της γειτονιάς γίνονται οι νέοι stars που όμως δεν ασχολούνται με το υπάρχον ελληνικό status quo, η ελευθερία λόγου στις μπάρες, αυτά δικάζονται στην πραγματικότητα. Η λογοκρισία δεν προσπαθεί να προστατέψει κανένα παιδί, να βάλει φρένο σε καμία βία, αντιθέτως θέλει να φιμώσει την ελεύθερη δημιουργία, έκφραση και οτιδήποτε δεν μπορεί το κράτος να ελέγξει. Δικάζουν το χιπ χοπ ως τέχνη και τους ραπερς ως καλλιτέχνες. Γι αυτό το ΓΤΚ είναι η σημαντικότερη δήλωση. Το βράδυ της Παρασκευής, στις 22 του μήνα, όλη η Ελλάδα άκουγε τον ίδιο δίσκο. Χιπχοπάδες και μη, συλλογικά, μοιράστηκαν την ίδια εμπειρία, στην οποία από την επόμενη ημέρα ζυμώνονται μέσω των συζητήσεων, κάνοντας κάτι όχι απλά ποπ κουλτούρα, αλλά λαϊκή, συλλογική μνήμη και εμπειρία. Αυτό είναι το καλλιτεχνικό impact του ΛΕΞ και αυτό είναι το driving force της Κουλτούρας. Κι αυτό πρέπει να προστατέψουμε από τη λογοκρισία.