Quantcast
ORIGINALS

Η χρυσή εποχή της ελληνικής τσόντας

Σκύψε ευλογημένη, Το παλαμάρι του βαρκάρη και άλλες cult erotica που έχουν περάσει στο Πάνθεον


Ελευθέριος Γώγος · 31 Οκτωβρίου 2017

H ελληνική βιομηχανία πορνό αρχίζει ουσιαστικά να κάνει τα πρώτα της βήματα στις αρχές της δεκαετίας του 1970, μεσούσης της παντοκρατορίας της Φίνος Φιλμ. Σταδιακά, μέσα στις επόμενες δύο δεκαετίες, η νέα αυτή βιομηχανία θα χρησιμοποιήσει πολλούς από τους πρωτοκλασάτους ηθοποιούς του εγχώριου star system καθώς και γνωστούς σεναριογράφους, σκηνοθέτες και παραγωγούς ώσπου τελικά, την δεκαετία του ’80 θα γιγαντωθεί.

Τότε είναι που οι ελληνικές ταινίες πορνό αρχίζουν να παίζονται σε αίθουσες τοπικών κινηματογράφων κόβοντας μέχρι και 80.000 εισιτήρια, αριθμό πολύ μεγαλύτερο από τις δημοφιλέστερες Ελληνικές ταινίες σήμερα. Δημιουργείται έτσι ένα φανατικό κοινό το οποίο ο maitre του είδους, Κώστας Γκουσγκούνης έχει χαρακτηρίσει εύστοχα ως «Λαό της τσόντας».

Πώς γεννήθηκε ο όρος τσόντα

Ο όρος τσόντα γεννήθηκε επειδή οι πρώτες πορνογραφικές σκηνές μπήκαν εμβόλιμα σε ταινίες με κατά τα άλλα άσχετο περιεχόμενο. Αν και η ετυμολογική σχέση της λέξης “Χούντα” με τη λέξη “τσόντα” είναι εντελώς τυχαία (παρ: τσοντάρω, τσοντάρισμα, προέρχονται και οι δύο από το λατινικό ρήμα iungere (= ενώνω, συνδέω) > ιταλ.: giunta > ισπ.: iunta) η Χούντα κατά κάποιον τρόπο.. συνέβαλε στην γέννηση της ελληνικής τσόντας. Ακριβώς επειδή την εποχή της λογοκρισίας στη χώρα δεν υπήρχαν πολλά περιθώρια για ελεύθερη προβολή τέτοιου περιεχομένου, ο μηχανικός προβολής μοντάριζε (τσόνταρε, δηλαδή) λίγα λεπτά πορνό στην κύρια ταινία.

Οι πρώτες αυτές εμβόλιμες σκηνές σεξ προβλήθηκαν στον κινηματογράφο «Εύα» στο Παγκράτι και είχαν μεγάλη απήχηση στο κοινό το οποίο λόγω του ανταγωνισμού της τηλεόρασης και του βίντεο είχε αρχίσει σταδιακά να απομακρύνεται από τις κινηματογραφικές αίθουσες. Οι αιθουσάρχες που αντιλήφθηκαν από νωρίς την επιστροφή του κόσμου, άρχισαν να αυξάνουν όλο και περισσότερο αυτά τα εμβόλιμα τρίλεπτα ώσπου, τελικά, η τσόντα έφτασε να αντικαταστήσει την βασική ταινία. Την ίδια στιγμή, λοιπόν, που τα εμπορικά φιλμ συνέχιζαν την φθίνουσα πορεία τους στον κινηματογράφο, το πορνό ερχόταν πρώτο σε εισπράξεις και, τελικά, στην παραγωγή.

Η “χρυσή δεκαετία” του ‘80

Κάπως έτσι, την δεκαετία του ‘80 ο κλάδος αρχίζει να ανθεί και από το «μαλακό πορνό» (soft porn) του Όμηρου Ευστρατιάδη (με πρωταγωνιστές πολλούς γνωστούς αστέρες της εποχής όπως η Κάτια Δανδουλάκη, η Άννα Φόνσου, ο Φαίδων Γεωργίτσης, η Τίνα Σπάθη) περνάμε στο hardcore πορνό του Νάσου Σπυρή, κατά κόσμον Berto.
Ο Μπερτολούτσι της τσόντας υπήρξε ο Έλληνας που δημιούργησε τις περισσότερες και πιο γνωστές ταινίες πορνό της «χρυσής» δεκαετίας του ‘80 οι οποίες, μάλιστα, προβάλλονταν με επιτυχία και στο εξωτερικό αφού το ελληνικό νησιωτικό τοπίο και η μεσογειακή ομορφιά είχαν μεγάλη πέραση. “Ο Καβαλάρης των Μανεκέν” (1986), Ο Νταβατζής της Ομόνοιας (1984), “Οι πανκς τα κάνουν όλα” (1985), “Τον Ήθελε Πολύ όλο και πιο Μέσα” (1986), “Εμείς οι Βλάχοι Όπως λάχει” είναι μερικές μόνο από τις επιτυχίες του μεγάλου Berto που, φυσικά, ανέδειξαν πολλούς εγχώριους σταρ του είδους.

Πρώτος και καλύτερος ο Κώστας Γκουσγκούνης (που αν και πολύ δημοφιλής, συμμετείχε μόνο σε μία ταινία σκληρού πορνό, τον «Ηδονοβλεψία»), ο Τέλης Σταλόνε, ο Νότης Πιτσιλός, ο Κώστας Μπόκολης, ο Παύλος Καρανικόλας, ο Κώστας Σαμαράς (με τις σουρεάλ σκηνές σεξ μέσα στο φέρετρο), ο Αμερικάνος Τζίμι Μπελαρίκε αλλά και γυναικείες παρουσίες του χώρου όπως η Κατερίνα Σπάθη («Σκύψε ευλογημένη»), η Μόνικα Δημητρίου, η Ίριδα Λουλούδη κ.α. Σ’ αυτό το σημείο να πούμε πως οι τραβεστί και ομοφυλόφιλοι πρωταγωνιστές (Αλόμα, Άντζελα Γιάννου, Ζωρζ Τσαπέλας) αν και έκαναν κάποια καριέρα λόγω της διαφορετικότητας τους, συνήθως αποτελούσαν αντικείμενο χλευασμού και ρατσιστικών στερεοτύπων εκείνη την εποχή..

Η cult αποθέωση

Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, μαζί με την παρακμή της βιντεοκασέτας, έρχεται πλέον και η παρακμή της ελληνικής βιομηχανίας πορνό. Το ενδιαφέρον του κοινού μονοπωλούν όλο και περισσότερο οι ξένες παραγωγές, καλύτερες και πιο ακριβές ενώ η εμφάνιση της συνδρομητικής τηλεόρασης και αργότερα το ίντερνετ επαναπροσδιορίζει την έννοια του πορνό με την μορφή που το γνωρίζουμε σήμερα.

Ωστόσο, οι παλιές καλές ελληνικές τσόντες με το «χοντροκομμένο» χιούμορ (που πολλές φορές τις απενοχοποίησε), το κιτς στοιχείο και τα σουρεαλιστικά σενάρια, περνούν σταδιακά στο Πάνθεον και χαρακτηρίζονται κλασικές. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι κατέχουν περίοπτη θέση στο Ελληνικό Φεστιβάλ Cult Ταινιών αφού παρουσιάζουν μια Ελλάδα πιο αγνή, με μια “εφηβική” σκοπιά στο σεξ που όλοι θέλουν να θυμούνται. Μιλάμε για την Ελλάδα του greek καμάκι, της μανίας με τις τουρίστριες από τις Βόρειες χώρες, του ελεύθερου περιστασιακού σεξ.

Αποτελούν, επίσης, μια τεράστια δεξαμενή απ’ όπου μπορεί να αντλήσει κανείς μερικές από τις καλύτερες cult ατάκες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Πολλές από τις επικές εκφράσεις που «έπαιξαν» σε αυτές τις ταινίες -πολύ συχνά στους τίτλους τους- έχουν μείνει στην γλώσσα μας και χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα στις παρέες. Ιστορικές φράσεις όπως «Τι σου κάνω μάνα μου;» «Το Παλαμάρι του βαρκάρη», «Πάρ’ τον ευλογημένη», «Φύσα, ρούφα, τράβα τόνε», «Εμείς οι βλάχοι όπου λάχει» κι άλλες πιο κάφρικες και γλαφυρές -αλλά αναμφίβολα ξεκαρδιστικές- πρωταγωνιστούν συχνά σαν αστείο, εμπνέουν χιουμοριστικές σειρές και διαφημίσεις και γενικώς μνημονεύονται δίχως φόβο και πάθος.

Κάποιοι τύποι, λοιπόν, σκέφτηκαν να ψάξουν αντί για ‘σένα και να συγκεντρώσουν όλο αυτό το υλικό σε μια εφαρμογή, όνομα και πράγμα. Στο tisoukanomanamou.gr μπορείς να αναζητήσεις πάνω από 150 ατάκες και σκηνές από τις all time classic ταινίες του ελληνικού πορνό -που μέχρι τώρα ρώταγες τον πατέρα σου για να βρεις άκρη – δακρύζοντας κυριολεκτικά από τα γέλια με τα αποτελέσματα.

Μια γρήγορη περιήγηση με το φαλλικό κέρσορα, θα σε κατατοπίσει δεόντως..

Best of internet