Quantcast
ORIGINALS

5 εγκλήματα που συγκλόνισαν τα 90’s

Επίσκεψη στις 5 σημαντικότερες horror αφηγήσεις της δεκαετίας, μέσα, έξω και πέρα από τα δελτία των 8


Dr. Pepper · 27 Ιανουαρίου 2013
Κατσούλας και Δημητροκάλης: Οι Σατανιστές της Παλλήνης

Τους Ασημάκη Κατσουλά και Μανώλη Δημητροκάλη τους μάθαμε από το τραγούδι των ΖΝ «στην χώρα των καλύτερων Mc’s». Ήταν 28 Δεκεμβρίου του 1993 όταν έπειτα από τις συντονισμένες ενέργειες των συγγενών της αγνούμενης Θεοδώρας Συροπούλου αποκαλύφθηκε μία απο τις πιο φρικιαστικές εγκληματικές υποθέσεις στα αστυνομικά χρονικά. Ασημάκης Κατσούλας, Εμμανουήλ Δημητροκάλης και Δήμητρα Mαργέτη στο εδώλιο. Mια ιστορία που έκανε όλη την Ελλάδα να συζητά για τους σατανιστές και όλα τα ΜΜΕ να δίνουν οδηγίες προς τους γονείς πως να καταλάβουν αν τα παιδιά τους έχουν παρασυρθεί στα δίχτυα του Εωσφόρου.

Οι δύο παιδικοί φίλοι, Ασημάκης Κατσούλας 21 ετών και Εμμανουήλ Δημητροκάλης 19 ετών άρχισαν να κάνουν τελετές «μαύρης μαγείας» στην Παλλήνη και στο Κορωπί προσπαθώντας να μυήσουν παράλληλα και άλλους συνομήλικούς τους. Μαζί με τους δύο συλληφθέντες, η αστυνομία συνέλαβε και τη φίλη του Α.Κατσούλα, Δήμητρα Μαργέτη 18 ετών η οποία κατηγορείτο για συνέργεια στις πράξεις τους.

Ο Α. Κατσούλας και ο Ε. Δημητροκάλης διέπραξαν το 1ο έγκλημα στις 27 Αυγούστου του 1992. Με το πρόσχημα της λευκής μαγείας οδήγησαν την 14χρονη Θεοδώρα Συροπούλου στη θέση Σέσι στο Κορωπί, όπου αφού την έγδυσαν και τις έκλεψαν τα κοσμήματα, τη χτύπησαν με ένα ξύλο στο κεφάλι και τη στραγγάλισαν. Στη συνέχεια ο Κατσούλας τη βίασε και μαζί με τον Δημητροκάλη περιέλουσαν το σώμα της με βενζίνη και το έκαψαν. Η θυσία μάλλον πέτυχε γιατί η φωτιά δεν αποτέφρωσε μόνο το σώμα της άτυχης έφηβης αλλά και τον μισό Υμηττό.

Το δεύτερο έγκλημα έγινε τη Μεγάλη Τετάρτη του Απριλίου του 1993 -ανήμερα του Μυστικού Δείπνου- με θύμα την 28χρονη Γαρυφαλλιά Γιούργα, μητέρα δύο παιδιών και καμαριέρα του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρετανία». Οι δράστες τη συνάντησαν τυχαία, τη στιγμή που επέστρεφε στο σπίτι της στα Γλυκά Νερά. Με το πρόσχημα ότι είναι αστυνομικοί την επιβίβασαν στο αυτοκίνητο του Κατσούλα και την οδήγησαν σε ερημικό σημείο στο Κορωπί, όπου τις πέρασαν χειροπέδες στα χέρια, την έγδυσαν και τη βίασαν. Στη συνέχεια ο Α.Κατσούλας της πολτοποίησε το κεφάλι με μία πέτρα για να μην αναγνωρίζεται. Μάλλον δεν είχε σπίρτα μαζί του ή ένιωθε τύψεις για την προηγούμενη πυρκαγιά.

 

Μανώλης Δουρής: ένοχος πρώτου βαθμού

Ήταν Πρωτοχρονιά του 1994 όταν ο 40χρονος ελαιοχρωματιστής Μανώλης Δουρής, πατέρας επτά παιδιών, δηλώνει στην αστυνομία την εξαφάνιση του 6χρονου γιου του Νίκου. Τρεις μέρες αργότερα βρίσκεται το άψυχο κορμί του παιδιού λίγα μόλις μέτρα μακριά από το σπίτι της οικογένειάς του στην Ερμιόνη Αργολίδας. Δράστης του αποτρόπαιου εγκλήματος θεωρήθηκε ο ίδιος ο πατέρας του παιδιού, ο Μανώλης Δουρής,

Το πανελλήνιο «παγώνει» στο άκουσμα της είδησης. Τα σενάρια γύρω από το αποτρόπαιο έγκλημα είναι πολλά. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι αρχικά ομολόγησε την ενοχή του, λέγοντας ότι υπέφερε από μία ασθένεια που του προκαλούσε κρίσεις και θόλωνε το μυαλό του και ότι στη συνέχεια απέσυρε την αρχική κατάθεσή του. Άλλοι πάλι ότι δεν ήταν εκείνος ο δράστης αλλά πήρε πάνω του την ενοχή. Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή, το παιδί πέθανε από ασφυξία, αφού ο δράστης του έφραξε τις αεροφόρους οδούς.

Η είδηση του φρικτού θανάτου του παιδιού συγκλόνισε και την κοινωνία των φυλακών Τριπόλεως, όπου οδηγήθηκε ο πατέρας. Οι συγκρατούμενοί του τον φώναζαν βιαστή-παιδοκτόνο. Σχεδόν δυο χρόνια αργότερα στις 25 Φεβρουαρίου του 1996, πέφτει και η αυλαία της ιστορίας. Ο Μανώλης Δουρής αυτοκτόνησε με το καλώδιο της κεραίας της τηλεόρασης. Οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι βρήκαν το σώμα του να αιωρείται μέσα στο κελί του στις φυλακές της Τρίπολης.

 

Θεόφιλος Σεχίδης, το μακελειό στη Θάσο

Τον Αύγουστο του 1996 αποκαλύπτεται το θρίλερ με τη μαζική δολοφονία από τον 24χρονο φοιτητή νομικής Θεόφιλο Σεχίδη πέντε συγγενών του στον Λιμένα Θάσου. Ο 24χρονος σκότωσε τον 55χρονο πατέρα του Δημήτρη, την 48χρονη μητέρα του Μαρία, την 27χρονη αδελφή του Ερμιόνη, την 75χρονη γιαγιά του Ερμιόνη Καλαμάρα, καθώς και τον 58χρονο θείο του Βασίλη Σεχίδη, που διέμενε στο Βέλγιο και είχε έρθει τον Μάιο εκείνης της χρονιάς να τους επισκεφθεί. Αν υπήρχαν κι άλλοι από το σόι θα μπορούσε να θεωρηθεί γενοκτονία.  Η αποκάλυψη του εγκλήματος έγινε έπειτα από προσπάθειες της συζύγου του θείου του στο Βέλγιο να εντοπίσει τον άφαντο 58χρονο. Ο Θεόφιλος Σεχίδης πέρασε την νύχτα του φόνου στο σπίτι του, με τα πτώματα των συγγενών του. Από ορισμένα μάλιστα αφαίρεσε τμήμα του εγκεφάλου και το τοποθέτησε στο ψυγείο, για «μεταγενέστερη μελέτη», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε. Την επόμενη ημέρα τα τεμάχισε, τα έβαλε σε σακούλες σκουπιδιών και τα πέταξε σε χωματερή του Δήμου Καβάλας. Βλέπετε, η ανακύκλωση δεν είχε εδραιωθεί ακόμα στην Ελλάδα του 90.  Μόνο το πτώμα του θείου του βρέθηκε τελικά από την Αστυνομία. Στους αστυνομικούς υποστήριξε ότι «σκότωσα τα θύματά μου αμυνόμενος. Υπήρξε οικογενειακή συνωμοσία. Μου έκαναν ψυχολογικό πόλεμο επειδή ήξερα ότι ήμουν άλλης μάνας παιδί και δεν μου έλεγαν την αλήθεια». Κάπου εδώ κολλάει κι ο στίχος των TXC  “…κουβαλάω πιο πολύ τρέλα κι από τον Σεχίδη.” Εκείνο τον καιρό είχε διατυπωθεί η θεωρία ότι ο Σεχίδης μπορεί να ακολουθούσε μια ιδιότυπη σατανιστική τελετή. Ο ίδιος κίνησε δικαστικές διαδικασίες προκειμένου να κληρονομήσει τους συγγενείς του που είχε δολοφονήσει. Στο κάτω κάτω οικογένεια του ήταν.

 

Άκης Πάνου: μια «υπόθεση τιμής»

Τέλη Μαΐου του 1997 ο γνωστός μουσικοσυνθέτης Άκης Πάνου εμφανίστηκε σε ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς, αν και ποτέ δεν τους συμπαθούσε, και δήλωσε την εξαφάνιση της κόρης του κατηγορώντας γι΄ αυτό τον ΣωτήρηΓιαλαμά κι εμφανίζοντάς τον ως άνθρωπο του υποκόσμου. Τελικά η κόρη του εμφανίστηκε και γνωστοποίησε ότι συζεί με το Γιαλαμά και τους δικούς του, παρόλο που όταν ο ίδιος ο Πάνου επικοινώνησε μαζί τους τον βεβαίωσαν κατηγορηματικά ότι δεν γνωρίζουν το παραμικρό. Από τότε οι επαφές του με την Ελευθερία διακόπηκαν και το τηλεοπτικό κοινό ηρέμησε, όχι όμως για πολύ.

Έπειτα από καιρό, την πρώτη ημέρα του Αυγούστου του 1997 και με πρωτοβουλία της συζύγου του Πάνου, ο Γιαλαμάς κι η Ελευθερία θα πήγαιναν στο σπίτι της οικογένειας στην Ξάνθη προκειμένου να προσπαθήσουν να εξομαλύνουν τη σχέση τους.

Κατά τη συνάντηση η ατμόσφαιρα δεν άργησε να βαρύνει, καθώς ο Άκης Πάνου άρχισε να εξηγεί γιατί ήταν αντίθετος στη σχέση της κόρης του με τον Γιαλαμά. Τους είπε πως οι πληροφορίες που είχε πάρει από την εν διαστάσει σύζυγο του Γιαλαμά, τον έφεραν ως άνθρωπο της νύχτας. Τελικά, η Ελευθερία και ο Σωτήρης ανακοίνωσαν στον Άκη και την Άννα ότι σύντομα θα αρραβωνιάζονταν και πως τη δεύτερη μέρα του Πάσχα του ΄98 θα γινόταν ο γάμος τους. Του έπεσε κάπως βαρύ του Άκη αυτή η είδηση. «Με αυτόν τον άνθρωπο έπρεπε να συγκρουστώ, με ξεφτιλίσανε, που πήρανε την κόρη μέσα από το σπίτι, εκείνος τη σπίτωσε, τη γκάστρωσε κι εγώ τί κάνω; Με κοιτάει στραβά ο κόσμος στο δρόμο, έχω ενάμιση χρόνο να κοιμηθώ ήσυχος», έλεγε αργότερα στο δικηγόρο του.

Τα υπόλοιπα είναι βγαλμένα από παλιά ελληνική δραμτική ταινία. Πήρε το όπλο, που για χρόνια κατείχε παράνομα κι είχε κρυμμένο στον καναπέ. «Αφού είσαι τόσο μάγκας, ρίξε μου, καθάρισέ με», είπε, προτείνοντας το πιστόλι στον Γιαλαμά, ο οποίος κι αρνήθηκε να το αγγίξει. Ο Άκης Πάνου όπλισε το πιστόλι και το έστρεψε προς τον Γιαλαμά, ζητώντας του να φύγει από το σπίτι. Ο Γιαλαμάς κατευθύνθηκε προς την πόρτα, αλλά ο Πάνου τον ακολούθησε με προτεταμένο το περίστροφο. «Θα έχω και την κόρη σου για γυναίκα μου», έλεγε στον Πάνου και ενώ προχωρούσε προς τα έξω, όλο γύριζε πίσω, σύμφωνα με τις καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων. Πόσο να αντέξει ο άμοιρος πατέρας. Οι πρώτοι πυροβολισμοί έπεσαν στα σκαλοπάτια. Ο τρίτος βρήκε το Γιαλαμά στο κεφάλι κι ο θάνατός του ήταν ακαριαίος.

 

Σορίν Ματέι: το δράμα τους οδού Νιόβης on camera

Αρχές φθινοπώρου 1998. Ύστερα από αρκετές έρευνες η αστυνομία εντόπισε λίγες ημέρες αργότερα τον Ρουμάνο κακοποιό στην Αθήνα, φοβούμενη όμως κάποιο ατύχημα προτίμησε να περιμένει την κατάλληλη στιγμή -ο ορισμός της ειρωνίας-. Η ευκαιρία δόθηκε το βράδυ της 23ης Σεπτεμβρίου όταν επισκέφθηκε μια φίλη του, την Πηνελόπη Αθανασοπούλου, που διέμενε στο ισόγειο πολυκατοικίας στην οδό Νιόβης 4. Παρουσία εισαγγελέα, οι ειδικές δυνάμεις της Αστυνομίας εισέβαλαν στον χώρο και συνεπλάκησαν με τον Ματέι. Κατά τη διάρκεια αυτής ερρίφθη χειροβομβίδα λάμψης κρότου ενώ αστυνομικός τον χτύπησε με την λαβή όπλου. Ο ίδιος όμως κατόρθωσε τελικά μέσα από τον φωταγωγό να διαφύγει και να μπει στο διαμέρισμα του α΄ ορόφου της πολυκατοικίας. Σύμφωνα με τους αστυνομικούς, ο εισαγγελέας Ιωάννης Σακκάς είχε δώσει εντολή να μην πυροβολήσουν σε καμία περίπτωση κατά τη διάρκεια της επιχείρησης.

Εκείνη την ώρα στο διαμέρισμα του α΄ ορόφου βρίσκονταν η Σουλτάνα Γκινάκη, 58 χρονών, τα δύο της παιδιά, Ευάγγελος Γκινάκης, 24 χρονών, και Αμαλία Γκινάκη, 25 χρονών, καθώς και ο αρραβωνιαστικός της τελευταίας, Απόστολος Μακρινός, 34 χρονών. Αφού η Σουλτάνα Γκινάκη περιποιήθηκε τα τραύματα του Ματέι, ο ίδιος έδεσε με τα κορδόνια των παπουτσιών του στο ένα του χέρι την Αμαλία Γκινάκη και στο άλλο χέρι τής, τον Απόστολο Μακρινό. Λόγω των εξελίξεων ο αρχηγός της αστυνομίας, Αθανάσιος Βασιλόπουλος, ενημέρωσε τον γραμματέα του υπουργείου δημοσίας τάξης, Γιάννη Παπαδογιαννάκη, ο οποίος με την σειρά του επικοινώνησε με τον πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη, καθώς ο υπουργός Ρωμαίος απουσίαζε στις Βρυξέλλες. Ο πρωθυπουργός ζήτησε να μεταβεί η ηγεσία της αστυνομίας στον χώρο που εξελισσόταν το όλο περιστατικό.

Στις 7 το απόγευμα ο Σορίν Ματέι τηλεφώνησε στον τηλεοπτικό σταθμό “Σκάι” και ζήτησε να συνδεθεί με τον λυκάνθρωπο της ελληνικής τηλεόρασης, τον Νίκο Ευαγγελάτο, παρουσιαστή του κεντρικού δελτίου ειδήσεων του καναλιού και αργότερα εθνικό διαπραγματευτή. Το τηλεφώνημα έμελλε να διαρκέσει τέσσερις ώρες. Αφού συνομίλησε με τον διευθυντή ειδήσεων Σταμάτη Μαλέλη, συνδέθηκε τηλεφωνικά με το κεντρικό δελτίο ειδήσεων, το οποίο εκείνη την ώρα διέκοπτε την κανονική ροή του προγράμματος. Αμέσως άρχισε ένας συνεχής διάλογος μεταξύ Ευαγγελάτου και Ματέι. Μέσα απο την συχνότητα του τηλεοπτικού σταθμού, ο κακοποιός γνωστοποίησε τις προθέσεις του καθώς και τις απαιτήσεις του. Συγκεκριμένα ζήτησε 500.000 δολλάρια ενώ λίγο αργότερα δήλωσε οτι είχε κάνει χρήση ηρωίνης. Μέχρι εκείνη τη στιγμή οι αστυνομικές αρχές δεν είχαν επικοινωνήσει με το τηλεοπτικό κανάλι καθιστώντας ουσιαστικά τον κεντρικό παρουσιαστή ως τον μοναδικό διαπραγματευτή. Λίγο αργότερα ο Θεόδωρος Παπαφίλης, διευθυντής της αστυνομίας Αθηνών, ανέλαβε τις διαπραγματεύσεις ενώ παράλληλα η επικοινωνία με τον δημοσιογράφο συνεχιζόταν.

Κατά τις 8 το βράδυ κατέφθασε στον τηλεοπτικό σταθμό ο υπαρχηγός της αστυνομίας, υποστράτηγος Θεόδωρος Πλάκας, προκειμένου να κατευθύνει τις διαπραγματεύσεις μέσω του τηλεφώνου. Λόγω της χρήσης ηρωίνης ο Ματέι ζήτησε αμφεταμίνες από την αστυνομία προκειμένου να κατορθώσει να μείνει ξύπνιος. Μάλλον νόμιζε πως βρισκόταν σε κάποιο Rave party. Αντί γι’αυτές οι αρχές είχαν την μεγαλοφυή ιδέα να του στείλουν υπνωτικά χάπια. Ο σωστός ο ζέος το πήρε είδηση, με αποτέλεσμα να επέλθει ρήξη και διακοπή της επικοινωνίας με τους αστυνομικούς. Έτσι η αστυνομία επικεντρώθηκε στην διαπραγμάτευση μέσω της τηλεφωνικής σύνδεσης. Κατόπιν συζητήσεων ο Ματέι αποφάσισε να ελευθερώσει τον Βαγγέλη Γκινάκη.

Στις 9 περίπου το βράδυ ο Αθανάσιος Βασιλόπουλος κατέφθασε στην οδό Νιόβης προκειμένου να αναλάβει ο ίδιος προσωπικά τις διαπραγματεύσεις. Μια απο τις πρώτες του κινήσεις ήταν να ανακρίνει την Πηνελόπη Αθανασοπούλου, στο σπίτι της οποίας φιλοξενείτο ο Ματέι μέχρι την εισβολή της αστυνομίας, έτσι ώστε να διαπιστώσει αν η χειροβομβίδα είναι αληθινή ή όχι. Αν και η Αθανασοπούλου ήταν υπο την επήρεια των ναρκωτικών, ο καλοπροαίρετος και αγαθός αρχηγός της αστυνομίας βασισμένος στα λόγια της πίστεψε ότι ο Σορίν Ματέι τρόλλαρε και η χειροβομβίδα ήταν ψεύτικη.  Στο επιτόπιο συμβούλιο που έγινε η αστυνομία αποφάσισε να εισβάλει στο διαμέρισμα διατάζοντας παράλληλα τον “Σκάι” να διακόψει την τηλεοπτική κάλυψη της τηλεφωνικής σύνδεσης με τον Σορίν Ματέι. Με τη λύση αυτή διαφώνησε ο διευθυντής ασφαλείας Αττικής, Θεόδωρος Παπαφίλης, ενώ κατά τον Σταμάτη Μαλέλη και ο υπαρχηγός της αστυνομίας, Θεόδωρος Πλάκας, διαφωνούσε με την εκτίμηση περί ψεύτικης χειροβομβίδας.

Στις 11 μ.μ. ο Σορίν Ματέι αποφάσισε να απελευθερώσει την Σουλτάνα Γκινάκη ως αντάλλαγμα για τα φάρμακα που του είχαν δώσει οι αστυνομικοί. Αφού έφυγε από την πολυκατοικία, οι ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας καθοδηγούμενες από τον αρχηγό της, Βασιλόπουλο, εισέβαλαν στο διαμέρισμα. Η τηλεφωνική σύνδεση με τον Ματέϊ, που ποτέ δεν είχε διακοπεί, άρχισε πάλι να μεταδίδεται από τη συχνότητα του “Σκάι” με αποτέλεσμα να ακούγεται ο διάλογος των αστυνομικών με τον Ματέι. Οι αστυνομικοί τράβηξαν τον Απόστολο Μακρινό κόβοντας τα κορδόνια που τον έδεναν με την αρραβωνιαστικιά του. Ο Ματέι πρόλαβε όμως να πιάσει την Αμαλία Γκινάκη, την οποία έσπρωξε στους αστυνομικούς αφού της είχε βάλει πρώτα στο σορτς της χειροβομβίδα με αποτέλεσμα να εκραγεί.

Από την έκρηξη τραυματίστηκε σοβαρά η Αμαλία Γκινάκη, η οποία και διακομίστηκε στον Ερυθρό Σταυρό όπου και απεβίωσε στις 9 Οκτωβρίου. Επίσης από τα θραύσματα της χειροβομβίδας τραυματίστηκε ο αρχηγός της αστυνομίας, αντιστράτηγος Αθανάσιος Βασιλόπουλος, ο οποίος και μεταφέρθηκε στο 401 στρατιωτικό νοσοκομείο με ελαφρά τραύματα στο πρόσωπο και ρήξη αριστερού τυμπάνου, ο υπαρχηγός της αστυνομίας και μετέπειτα αρχηγός αυτής, υποστράτηγος Ιωάννης Γεωργακόπουλος, ο οποίος διακομίστηκε στον Ερυθρό Σταυρό με σοβαρά τραύματα στο αριστερό μάτι, ο Βασίλειος Τσιατούρας, προϊστάμενος του εκεί τμήματος και μετέπειτα αρχηγός της αστυνομίας, ο Γιώργος Mαρκόπουλος, αστυνόμος της Ασφάλειας με ελαφρά τραύματα και ο Γιώργος Παλιούρας, οδηγός του Αθανάσιου Βασιλόπουλου, του οποίου ακρωτηριάστηκε το ένα πόδι.

Απαραίτητη Πηγή: http://eglima.wordpress.com/

 

Best of internet